Την Παρασκευή 29/10/2010 επισκέφτηκα το δημοφιλές βιβλιοπωλείο «Πολιτεία» στο κέντρο της Αθήνας προκειμένου να δω πώς πάνε τα βιβλία που οι εκδόσεις Ελευθεριακή Κουλτούρα διακινούν και στο εν λόγω κατάστημα. Ήταν παραμονή της συναυλίας των Einsturzende Neuebauten σ’ ένα κλαμπ της Αθήνας, όπου θα πηγαίναμε μαζί με τον φίλτατο σύντροφο και φίλο Τ., ο οποίος τυχαίνει να εργάζεται στην «Πολιτεία». Εκεί είχα δύο εκπλήξεις, μια θετική και μια αρνητική. Η θετική ήταν ότι το βιβλιοπωλείο χρειαζόταν κι άλλα βιβλία και η αρνητική το βιβλίο που μου έδειξε ο Τ. με τίτλο «We are an image from the future» (υπότιτλος The Greek revolt of December 2008), εκδόσεις AK Press, με επιμέλεια έκδοσης A.G. Schwarz, Tasos Sagris και Void Network. Αρνητική γιατί ξαφνικά είδα μπροστά μου δύο άρθρα (;), συνέντευξη (;) ούτε κι εγώ ξέρω τι, τα οποία έφερναν την υπογραφή μου και την ιδιότητά μου (μία τέλος πάντων από τις αρκετές που θα μπορούσε να μου αποδώσει κανείς), Παναγιώτης Καλαμαράς, εκδότης των εκδόσεων Ελευθεριακή Κουλτούρα. Έπεσα από τα σύννεφα, γιατί ποτέ δεν είχα γράψει ή πει κάτι που επρόκειτο να δημοσιευτεί σε βιβλίο και μάλιστα ξενόγλωσσο. Οι εκδόσεις AK Press μου είναι γνωστές, αλλά ποτέ δεν είχα επαφή μαζί τους, είτε για τη μετάφραση κάποιου βιβλίου τους στα ελληνικά είτε για τη μετάφραση κάποιων δικών μου κειμένων στην αγγλοσαξωνική. Όσον αφορά δε τους επιμελητές του βιβλίου, το μεν όνομα A.G. Schwarz δεν μου θύμιζε απολύτως τίποτα (τον μόνο A. Schwarz που γνωρίζω είναι ο Arturo Schwarz, εξαιρετικός ιταλός σύντροφος και άνθρωπος, γνωστός μελετητής της καμπαλά και της μοντέρνας τέχνης), για τους δε υπόλοιπους κατάλαβα ότι πρόκειται για το γνωστό στο ελληνικό φιλοθεάμων κοινό Κενό Δίκτυο και το επιφανές μέλος του κύριο Τάσο Σαγρή. Η έκπληξή μου έγινε ακόμη μεγαλύτερη (και χειρότερη) όταν διάβασα αυτά που μου αποδίδονταν, καθώς απέχουν παρασάγγας από τις απόψεις που έχω διατυπώσει και δημοσίως, τόσο για την ιστορία του ιθαγενούς αναρχικού κινήματος όσο και για τα γεγονότα του Δεκέμβρη του ’08 και την εκ μέρους μου ερμηνεία των συμβάντων. Είναι προφανές πως όποιος με ξέρει έστω και ελάχιστα, γνωρίζει ότι 1) όταν εκφράζω δημοσίως τη γνώμη μου είμαι άκρως προσεκτικός και 2) ότι μπορεί να λέω ή να γράφω πράγματα που πολλοί και πολλές μπορεί να διαφωνούν σε βαθμό που να μου κόψουν την καλημέρα (και κυρίως την καλησπέρα), αλλά μαλακίες δεν λέω και κυρίως δεν γράφω. Και με τη λέξη μαλακίες εννοώ υπερφίαλες γνωμοδοτήσεις, ιστορικές ανακρίβειες, φιλοσοφικούς ενατενισμούς και αναρχοειδείς ατάκες προς άγρα οπαδών. Προσπάθησα λοιπόν να σκεφτώ πώς οι εκδόσεις και οι επιμελητές τους απέδιδαν σε μένα τέτοια πράγματα. Και αίφνης θυμήθηκα την επίσκεψη που είχα δεχθεί περίπου ένα χρόνο πριν στο βιβλιοπωλείο που διαθέτω στα Εξαρχεία (μια άλλη ιδιότητά μου είναι κι αυτή του βιβλιοπώλη). Κάπου εκεί γύρω στον Νοέμβρη ήρθαν στο βιβλιοπωλείο ο κύριος Τάσος Σαγρής συνοδεύομενος (ή συνόδευε, δεν θυμάμαι ακριβώς) από έναν αμερικανό «κινηματικό» επ’ ονόματι Peter. Ο εν λόγω κύριος Peter (εκ των υστέρων σκέφτομαι μήπως πρέπει να τον ονομάσω «ήσυχο αμερικάνο» κατά το γνωστό, ομώνυμο μυθιστόρημα του Graham Green) έκανε περιοδεία στην Ελλάδα αναζητώντας υλικό για ένα βιβλίο που ετοίμαζε για τον Δεκέμβρη του 2008. Μου ζήτησε συνέντευξη κι εγώ (πάγια τακτική μου για τους γνωρίζοντες) αρνήθηκα, λέγοντάς του ότι μπορούσαμε να συζητήσουμε και να του πω κάποια πράγματα για την Ελλάδα και το ενθάδε αναρχικό κίνημα, αλλά συνέντευξη δεν δίνω, είναι θέμα αρχής, την οποία τηρώ ευλαβικά εδώ και πολλά-πολλά χρόνια. Ο Peter, παρόλα ταύτα, επέμενε να κρατήσει κάποιες σημειώσεις, τις οποίες κατέγραφε στον προσωπικό του υπολογιστή. Τον άφησα (μεγάλο σφάλμα μου όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων), πιστεύοντας πως ήθελε να γράψει ένα κείμενο σχετικά με την Ελλάδα και μάζευε γενικώς πληροφορίες. Είχαμε λοιπόν μια συζήτηση, την οποία παρακολουθούσε και ο κύριος Σαγρής. Αυτά και τέλος, χαιρετηθήκαμε κάποια στιγμή γιατί υπάρχουν και επαγγελματικές υποχρεώσεις για μας που δυστυχώς είμαστε αναγκασμένοι να δουλεύουμε, και από τότε ούτε άκουσα ξανά ούτε είχα κάποια επικοινωνία με τον κύριο Peter. Συνάντησα όμως κάποια στιγμή μετά τον κύριο Σαγρή, έτσι όπως συναντά κανείς πολύ κόσμο αν περνάει πολλές ώρες από τη ζωή του στο «άβατο» των Εξαρχείων. Με πληροφόρησε ότι σκόπευε να πάει στις Ηνωμένες Πολιτείες για ένα μεγάλο ταξίδι και ότι αυτός και η παρέα του ετοιμάζουν ένα βιβλίο (αγγλόφωνο) για τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 2008. Του ευχήθηκα καλή τύχη τόσο στο ταξίδι όσο και στη συγγραφή του πονήματος. Τον Μάη του 2010 στη συνάντηση με τον George Katsiaficas που είχαμε στο βιβλιοπωλείο ο «Χώρος» της Ελευθεριακής Κουλτούρας, ο κύριος Σαγρής μου είπε ότι επέστρεψε από τις ΗΠΑ και ότι το βιβλίο που ετοίμαζε θα κυκλοφορούσε οσονούπω ή είχε ήδη κυκλοφορήσει, δεν θυμάμαι καλά. Του ευχήθηκα και πάλι καλή επιτυχία και το θέμα τελείωσε εκεί. Κάνοντας αυτές τις σκέψεις και ένα γρήγορο flash back, άρχισαν, κατά το κοινώς λεγόμενο, να με ζώνουν τα φίδια. Πρέπει να πω ότι όχι μόνο δεν έχω στενή γνωριμία με τον κύριο Σαγρή, αλλά ούτε καν διαθέτω κάποιο τηλέφωνό του, πράγμα που μπορεί να επιβεβαιωθεί και από την αλληλογραφία που είχα με τον Michael Hardt όταν ήταν καλεσμένος από το B-Festival μέσω του Κενού Δικτύου, ο οποίος μου είχε ζητήσει εάν μπορούσα να βρω τους ανθρώπους του Κενού Δικτύου, προκειμένου να τον ενημερώσουν για την έλευση και την παραμονή του στην Αθήνα (επειδή μέχρι λίγο πριν την άφιξή του δεν είχε καμία επικοινωνία μαζί τους), κι εγώ του είχα απαντήσει ότι θα κάνω μεν ότι μπορώ, αλλά η σχέση μου με αυτούς τους ανθρώπους είναι χαλαρή και δεν διαθέτω σταθερή βάση επικοινωνίας μαζί τους.
Τέλος πάντων, αναχώρησα από το βιβλιοπωλείο «Πολιτεία» και την επομένη, Σάββατο 29/10/2010 και μετά την εξαιρετική συναυλία που είχαμε παρακολουθήσει, κατέβαινα την Εμμ. Μπενάκη, όταν απέναντι από το ψητοπωλείο «Άγραφα» είδα τον κύριο Σαγρή να συνομιλεί με τον Γιάννη Ραουζαίο (σύντροφό του στο Κενό Δίκτυο) και άλλους δύο νέους. Έσπευσα να του ζητήσω τον λόγο. Τότε, ο κύριος Σαγρής, παριστάνοντας τον έκπληκτο για όσα του έλεγα (δηλαδή ότι ουδέποτε έγραψα ή είπα κάτι για το βιβλίο με τίτλο «We are an image from the future», ότι πώς δημοσιεύτηκαν πράγματα με το όνομά μου τα οποία δεν αναγνωρίζω σαν δικά μου, ότι δεν έχω ενημερωθεί κλπ) μου είπε λίγο-πολύ ότι το υλικό προέρχεται από εκείνη τη συζήτηση στο βιβλιοπωλείο, πως είχα δώσει τη συγκατάθεσή μου για να πραγματοποιηθεί και να δημοσιευθεί, ότι δεν θυμόμουν καλά και γιατί τέλος πάντως τσαντίζομαι. Στο επιχείρημά μου, ότι εντάξει, έστω πως δεν θυμάμαι καλά για τη συγκατάθεση ως προς τη συνέντευξη, πες μου σε παρακαλώ, γιατί δεν μου έστειλες το κείμενο να το ελέγξω και να σου δώσω την τελική μου έγκριση και γιατί δεν μου έχεις δώσει ή έστω δείξει το βιβλίο που έχει κυκλοφορήσει τόσο καιρό (απόν προηγούμενο Μάιο παρακαλώ), ο κύριος Σαγρής το έπαιξε κατά το κοινώς λεγόμενο «κουκουρούκου», σε βαθμό μάλιστα που εκνεύρισε τον σύντροφό του Γιάννη Ραουζαίο, ο οποίος του τα έψαλλε δημοσίως για την «αβλεψία» του. Βάζω τη λέξη αβλεψία σε εισαγωγικά, γιατί αυτή είναι άποψη του Γιάννη Ραουζαίου όχι δική μου. Όταν μάλιστα του είπα ποια γιατί ο κύριος Peter χρησιμοποιεί το όνομα A.G. Schwarz, ο κύριος Σαγρής μου απάντησε ότι επειδή ο κύριος Peter φοβάται μήπως έχει πρόβλημα με τις αρχές χρησιμοποιεί ψευδώνυμο! Δηλαδή ο «ήσυχος αμερικάνος» μπορεί να χρησιμοποιεί ψευδώνυμο, αλλά εμένα μια χαρά με καρφώνει στις μυστικές και φανερές κρατικές υπηρεσίες της χώρας του, αποδίδοντάς μου λόγια που δεν έχω πει. Το «κουνέλι» ο κύριος Σαγρής. Επειδή είχα περάσει καλά το Σαββατόβραδο προτίμησα να σταματήσω την κουβέντα εκεί και του ζήτησα να με επισκεφτεί στο βιβλιοπωλείο για να δούμε τι μπορεί πλέον να γίνει με το επίμαχο βιβλίο και τη «συνεισφορά» μου σ’ αυτό. Ο κύριος Σαγρής πράγματι με επισκέφτηκε στο βιβλιοπωλείο μου συνοδευόμενος από τη φίλη του Σίσσυ (αγνοώ το επώνυμό της),ενώ κάποια στιγμή εμφανίστηκε και ο Γιάννης Ραουζαίος, την Τετάρτη 3/11/2010. Ο κύριος Σαγρής επέμεινε στα επιχειρήματά του και μάλιστα με ενημέρωσε ότι το βιβλίο πάει για δεύτερη έκδοση και ότι πρόκειται να εκδοθεί και στα γερμανικά. Θα πρέπει να προσθέσω, ότι αφού του ανέπτυξα και πάλι τη δική μου επιχειρηματολογία περί του ζητήματος και τον ξαναρώτησα γιατί έστω δεν μου είχε δώσει μέχρι τότε ένα αντίτυπο, μου απάντησε ότι νόμιζε πως μου είχε δώσει! Εκεί βεβαίως γέλασαν κατά το κοινώς λεγόμενο και οι πέτρες! Δηλαδή ο κύριος Σαγρής «νόμιζε» ότι είχα δώσει αρχικώς συνέντευξη σ’ αυτόν και τον αμερικανό φίλο του, «νόμιζε» ότι είχα δώσει τη συγκατάθεσή μου για τη δημοσίευση μιας εντελώς ιδιωτικής συνομιλίας, νόμιζε ότι είχα ελέγξει το υλικό και είχα συμφωνήσει να δημοσιευτεί όπως τελικά δημοσιεύτηκε και τελικά «νόμιζε» ότι μου είχε δώσει και αντίτυπο! Πήγαινε κανονικά να με βγάλει τρελό, όχι ότι θα με πείραζε μια τέτοια ιδιότητα, αλλά τουλάχιστον να μου την απέδιδαν οι καθ’ ύλην αρμόδιοι, όχι ο κύριος Σαγρής! Τελικά και αφού του μίλησε και ο παρευρισκόμενος φίλος του πείστηκε να συνομιλήσει με τις εκδόσεις AK Press, να προβεί σε διορθωτική δήλωση για ότι μου αποδίδεται και βεβαίως να αφαιρεθεί οτιδήποτε με τη δική μου υπογραφή από τις μελλοντικές εκδόσεις του βιβλίου.
Στη συνέχεια μέσω της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας ήρθα και εγώ σε επαφή με τις εκδόσεις ΑΚ Press, οι οποίες μέσω του εκπροσώπου τους Zach Blue ουσιαστικά μου επανέλαβαν την επιχειρηματολογία του κυρίου Σαγρή, συμπληρώνοντας ότι το γεγονός πως δεν μου έστειλαν να ελέγξω τη «συνεισφορά» μου ίσως να οφείλεται στο ελάχιστο περιθώριο χρόνου που είχαν για να κυκλοφορήσουν το βιβλίο (απίστευτο επιχείρημα για όσους γνωρίζουν έστω και στοιχειωδώς την εκδοτική διαδικασία) και ότι σε μελλοντική έκδοση είτε τα επίμαχα μέρη να αφαιρεθούν είτε να στείλω την άποψή μου για τα γεγονότα του Δεκέμβρη ’08 όπως ακριβώς θέλω και να δημοσιευτεί στη θέση των ήδη υπαρχόντων. Μου ζήτησαν συγγνώμη για το «μπέρδεμα» και μου πρότειναν να στείλω κάποιο κείμενο στο blog του εκδοτικού οίκου που να εξηγεί από την πλευρά μου τι ακριβώς συνέβη. Εγώ ανταπάντησα πως ο εκδοτικός οίκος πρέπει είτε να σταματήσει την κυκλοφορία του βιβλίου είτε αν αυτό είναι αδύνατο να βάλει μέσα ένα σημείωμα που να επισημαίνει ότι δεν έχω καμία σχέση με όσα μου αποδίδονται, όσον αφορά δε μελλοντική επανέκδοση του βιβλίου, δεν επιθυμώ καμία σχέση μαζί του, γιατί εκ των πραγμάτων απεδείχθη ότι το εγχείρημα στερείται σοβαρότητας. Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, 5/12/2010, πάνω δηλαδή από έναν μήνα μετά την ανακάλυψη εκ μέρους μου της πλαστογραφίας, τίποτα απ’ όσα έχω ζητήσει δεν έχουν γίνει. Απλώς δημοσιεύτηκε στον δικτυακό τόπο του Κενού Δικτύου μια μικρή ανακοίνωση, που πιστή στην επιχειρηματολογία του κυρίου Σαγρή, μιλά για «παρανοήσεις» και «μεταφραστικά λάθη» που οδηγούν τους επιμελητές στην αφαίρεση των τμημάτων που με αφορούν στη μελλοντική επανέκδοση του βιβλίου. Να πω εδώ, ότι μια δημοσίευση εκ μέρους του Κενού Δικτύου που να αποκαθιστά την αλήθεια, τη ζήτησα ο ίδιος από τον Γιάννη Ραουζαίο, όταν τον συνάντησα ένα σαββατόβραδο έξω από το δημοφιλές μπαρ-καφέ Κazu. Βεβαίως αυτά που τελικά γράφτηκαν στην ανακοίνωση πόρρω απέχουν τόσο από την πραγματικότητα όσο και απ’ αυτό που εγώ θα μπορούσα να θεωρήσω σαν ικανοποιητική αποκατάσταση της αλήθειας.
Επειδή όμως το ζήτημα είναι άκρως σοβαρό, αναγκάζομαι να προβώ σε αυτή τη δημόσια διάψευση και διήγηση ολόκληρης της ιστορίας, τονίζοντας ότι ουδέποτε έγραψα ή είπα αυτά που μου αποδίδονται στην προαναφερθείσα έκδοση και να προχωρήσω στη δημοσίευση αυτού του κειμένου στο blog που διαθέτω στο διαδίκτυο, όπως και το Indymedia Athens. Και αυτό γιατί πρόκειται ξεκάθαρα για περίπτωση πλαστογραφίας και υποκλοπής ιδεών, που αν με ενοχλεί δεν είναι τόσο για το κάρφωμά μου στις υπηρεσίες ασφαλείας της υπερατλαντικής «συμμάχου», όσο για το ότι άνθρωποι που δεν γνωρίζουν την ελληνική πραγματικότητα, θα διαβάσουν πράγματα που δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια (τη δική μου τουλάχιστον). Δεν ξέρω για ποιο λόγο ο κύριος Σαγρής και οι συνεπιμελητές του προέβησαν στη συγκεκριμένη πράξη. Κατά πόσο είναι προϊόν βλακείας, αμέλειας, κακοήθειας, πιθανόν και όλα αυτά μαζί, δεν το ξέρω. Πάντως αποδεικνύει για μια ακόμη φορά ότι η ρήση «ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις» παραμένει πάντα επίκαιρη. Σε ότι με αφορά προσωπικά θα είμαι πιο προσεχτικός στο μέλλον. Σε ότι αφορά την ιστορία του κινήματος, το ελάχιστο που μπορώ να κάνω είναι να προβώ σ’ αυτή την καταρχάς ηλεκτρονική δημοσίευση. Στο προσεχές μέλλον προτίθεμαι να περιλάβω αυτό το σημείωμα στην επανέκδοση του βιβλίου για τον Α. Στίνα και την κολλεκτίβα Αρένα που είχε κυκλοφορήσει το 2005 από τις εκδόσεις Άρθρο 46, στο οποίο περιλαμβάνονται απόψεις μου για την ιστορία του αναρχικού κινήματος στην Ελλάδα, όπου ξεκαθαρίζεται τι πραγματικά πιστεύω για διάφορα γεγονότα των απαρχών αυτού του κινήματος και όχι ότι παρουσιάζεται σαν τάχατες δικό μου στην έκδοση των κυρίων Schwarz, Sagris και σία. Επίσης αναφορικά με τον Δεκέμβρη του ’08 παραπέμπω σε άρθρα μου που δημοσιεύτηκαν στο τεύχος 12 του περιοδικού Πανοπτικόν του εκλεκτού φίλου και συντρόφου Κώστα Δεσποινιάδη, όπως και στο τεύχος 4 του περιοδικού Χουλιγκανιζατέρ του αδελφού, φίλου και συντρόφου Λεωνίδα Μαρσιανού.