Σελίδες

Παρασκευή 5 Μαρτίου 2021

Κείμενα σχετικά με την πανδημία - Τζόρτζο Αγκάμπεν



Κομμουνιστικός καπιταλισμός

 

Ο καπιταλισμός που τείνει να παγιωθεί σε πλανητική κλίμακα, δεν είναι ο καπιταλισμός με τη μορφή που είχε προσλάβει στη Δύση· είναι, μάλλον, ο καπιταλισμός στην κομμουνιστική εκδοχή του, που ενώνει μια ταχύτατη ανάπτυξη της παραγωγής με ένα ολοκληρωτικό πολιτικό καθεστώς. Αυτό είναι το ιστορικό νόημα του καθοδηγητικού ρόλου που ανέλαβε η Κίνα όχι μόνο στην οικονομία, με τη στενή έννοια του όρου, αλλά επίσης, όπως έδειξε γλαφυρά η πολιτική χρήση της πανδημίας, ως παράδειγμα κυβέρνησης των ανθρώπων. Ότι τα καθεστώτα που εγκαθιδρύθηκαν στις λεγόμενες κομμουνιστικές χώρες ήταν μια ιδιαίτερη μορφή του καπιταλισμού, ειδικά προσαρμοσμένη σε χώρες οικονομικά καθυστερημένες και ως εκ τούτου εμφανιζόμενη ως κρατικός καπιταλισμός ήταν απολύτως γνωστό σε όποιον ξέρει να διαβάζει την ιστορία: το εντελώς απροσδόκητο γεγονός ήταν, αντιθέτως, το ότι αυτή η μορφή του καπιταλισμού, που έμοιαζε να είχε εξαντλήσει το καθήκον της και συνεπώς να έχει καταστεί απαρχαιωμένη, προοριζόταν να γίνει, σε έναν σχηματισμό τεχνολογικά ενήμερο, η κυρίαρχη αρχή [principio] στη σημερινή φάση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Είναι πιθανόν, πράγματι, να παρευρισκόμαστε σε μια σύγκρουση ανάμεσα στον δυτικό καπιταλισμό, που συμβίωνε με ένα κράτος δικαίου και την αστική δημοκρατία, και τον νέο κομμουνιστικό καπιταλισμό, σύγκρουση από την οποία μοιάζει να βγαίνει νικητής ο τελευταίος. Αυτό που είναι βέβαιο, ωστόσο, είναι το ότι το νέο καθεστώς ενώνει στο πρόσωπό του την πλέον απάνθρωπη όψη του καπιταλισμού με εκείνη την πλέον φρικώδη του κρατικού καπιταλισμού, παντρεύοντας την ακραία αποξένωση στις σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους με έναν κοινωνικό έλεγχο άνευ προηγουμένου.

 

15 Δεκέμβρη 2020 

 

 

Η φιλοσοφία της επαφής

 

Δύο σώματα έρχονται σε επαφή όταν αγγίζονται. Όμως τι σημαίνει αγγίζομαι; Τι είναι μια επαφή; Ο Τζόρτζο Κόλι έχει δώσει έναν πετυχημένο ορισμό λέγοντας ότι δύο σημεία είναι σε επαφή όταν χωρίζονται μονάχα από ένα κενό αναπαράστασης. Η επαφή δεν είναι ένα σημείο επαφής, που καθαυτό δεν μπορεί να υπάρχει, αφού κάθε συνεχής ποσότητα μπορεί να διαιρείται. Δύο όντα λέμε ότι έρχονται σε επαφή όταν ανάμεσά τους δεν μπορεί να παρεισφρήσει οτιδήποτε ενδιάμεσο, όταν αυτά, δηλαδή, είναι άμεσα. Αν ανάμεσα σε δύο πράγματα υπάρχει μια σχέση αναπαράστασης (για παράδειγμα: υποκείμενο-αντικείμενο, ο σύζυγος-η σύζυγος, αφεντικό-σκλάβος, απόσταση-εγγύτητα), αυτά δεν λέμε ότι είναι σε επαφή: όμως αν κάθε αναπαράσταση αμβλύνεται, αν ανάμεσα τους δεν υπάρχει τίποτα, τότε και μόνο τότε μπορούμε να μιλάμε για επαφή. Αυτό μπορούμε επίσης να το εκφράσουμε λέγοντας ότι η επαφή δεν μπορεί να αναπαρασταθεί, ότι για την υπό συζήτηση σχέση δεν είναι δυνατόν να έχουμε μια αναπαράσταση –ή, όπως γράφει ο Κόλι, ότι «συνεπώς η επαφή είναι η ένδειξη ενός αναπαραστατικού τίποτα, ενός μεταφυσικού ενδιάμεσου». Το μειονέκτημα αυτού του ορισμού είναι ότι καθώς πρέπει να καταφύγει σε εκφράσεις ξεκάθαρα αρνητικές, όπως «τίποτα» και «μη αναπαραστατικό», κινδυνεύει να χαθεί στον μυστικισμό. Ο ίδιος ο Κόλι επισημαίνει το γεγονός ότι μπορούμε να μιλάμε για άμεση επαφή μόνο κατά προσέγγιση, ότι η αναπαράσταση δεν μπορεί ποτέ να εξαλειφθεί. Ενάντια σε κάθε κίνδυνο αφαίρεσης, θα είναι τότε χρήσιμο να επιστρέψουμε στην αφετηρία και να διερωτηθούμε εκ νέου τι σημαίνει «αγγίζω» -να διερωτηθούμε συνεπώς για εκείνη την πιο ταπεινή και γήινη των αισθήσεων που είναι η αφή.

Για την ιδιαίτερη φύση της αφής, που τη διαφοροποιεί από τις άλλες αισθήσεις, είχε στοχαστεί ο Αριστοτέλης. Για κάθε αίσθηση υπάρχει ένα ενδιάμεσο (μεταξύ), που παίζει αποφασιστικό ρόλο: για την όραση το ενδιάμεσο είναι το διάφανο, που φωτίζεται από το χρώμα και επιδρά στα μάτια· για την ακοή είναι ο αέρας, που καθώς κινείται από ένα σώμα που βγάζει ήχους, φτάνει στο αυτί. Αυτό που διακρίνει την αφή από τις άλλες αισθήσεις είναι ότι εμείς αντιλαμβανόμαστε το απτό όχι «γιατί το ενδιάμεσο ασκεί μια δράση πάνω μας, αλλά μαζί (άμα) με το ενδιάμεσο». Αυτό το ενδιάμεσο, που δεν είναι εξωτερικό ως προς εμάς, αλλά βρίσκεται μέσα μας, είναι η σάρκα (σαρξ). Όμως κάτι τέτοιο σημαίνει ότι αυτό που αγγίζεται δεν είναι μόνο το εξωτερικό αντικείμενο, αλλά και η σάρκα που κινείται η συγκινείται –ότι, με άλλα λόγια, στην επαφή αγγίζουμε την ίδια μας την ευαισθησία, επηρεαζόμαστε από την ίδια μας τη δεκτικότητα. Ενώ στην όραση δεν μπορούμε να δούμε τα μάτια μας και στην ακοή δεν μπορούμε να αντιληφθούμε την ικανότητά μας να ακούμε, στη αφή αγγίζουμε την ίδια μας την ικανότητα να αγγίζουμε και να μας αγγίζουν. Η επαφή με το άλλο σώμα είναι, δηλαδή, συγχρονισμός και προπάντων επαφή με εμάς τους ίδιους. Η αφή, που μοιάζει κατώτερη από τις άλλες αισθήσεις είναι, λοιπόν, κατά κάποιο τρόπο η πρώτιστη, επειδή είναι σε αυτή που γεννάται κάτι όπως το υποκείμενο, όταν στην όραση και τις άλλες αισθήσεις κατά κάποιον τρόπο προϋποτίθεται αφηρημένα. Έχουμε για πρώτη φορά μια εμπειρία του ίδιου μας του εαυτού όταν, αγγίζοντας ένα άλλο σώμα, αγγίζουμε συγχρόνως τη δική μας σάρκα. Αν, όπως διεστραμμένα επιδιώκεται σήμερα να συμβεί, καταργηθεί κάθε επαφή, αν όλα και όλοι κρατιούνται σε απόσταση, τότε θα χάσουμε όχι μόνο την εμπειρία των άλλων σωμάτων αλλά, κυρίως, κάθε άμεση εμπειρία του ίδιου μας του εαυτού, θα χάσουμε δηλαδή απλά και καθαρά την ίδια μας τη σάρκα.

 5 Γενάρη 2021

 

 

Μια προφητεία του Λίχτενμπεργκ

 

«Ο κόσμος μας θα γίνει σε τέτοιο βαθμό πολιτισμένος, ώστε θα είναι γελοίο να πιστεύεις στον Θεό, όπως σήμερα είναι γελοίο να πιστεύεις στα φαντάσματα. Έπειτα, μετά από κάμποσο καιρό, ο κόσμος θα γίνει ακόμη πιο πολιτισμένος. Και θα συνεχίσει να κινείται ολοένα και πιο βιαστικά σε μια διαδικασία που θα τον φέρει στην ύψιστη κορυφή του πολιτισμού. Αγγίζοντας το απόγειο, για μια ακόμη φορά η κρίση των ειδικών θα αντιστραφεί και η γνώση θα φτάσει στην ακραία μεταμόρφωσή της. Τότε –και αυτό θα είναι πραγματικά το τέλος– θα πιστεύουμε μονάχα στα φαντάσματα».

 

Για την αντιγραφή, Τζόρτζο Αγκάμπεν, 20 Γενάρη 2021

 

 

Τι χρώμα έχει η νύχτα;

 

Το σταθερό κριτήριο της κυβέρνησης για να προσδιορίζει το χρώμα της ζωής μας είναι 50 κρούσματα στους 100.000 την εβδομάδα. Από στατιστικής πλευράς πρόκειται ένα ποσοστό κινδύνου άκρως χαμηλού, μιλάμε για 0,5 τοις χιλίοις. Πώς είναι δυνατό οι άνθρωποι, για έναν κίνδυνο που παραμένει χαμηλός ακόμη και σε ορίζοντα ενός ολόκληρου χρόνου, να αποδέχονται την απάρνηση όχι μόνο της ελευθερίας τους, αλλά και όλων αυτών που καθιστά τη ζωή άξια να τη ζει κανείς; Την επαφή με τα άλλα ανθρώπινα όντα, το βλέμμα που ρίχνει στα πρόσωπά τους, τη μνήμη και τις γιορτές που γιόρταζαν χαρούμενα μαζί; Φρουρέ, τι χρώμα έχει η νύχτα;

 

25 Γενάρη 2021

 

 

Η αυθαιρεσία και η αναγκαιότητα

 

Το ερώτημα αν οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούν συνειδητά την πανδημία για να κηρύξουν μια κατάσταση εξαίρεσης που ενισχύει τις εξουσίες τους πέρα από κάθε όριο ή αν αυτές δεν έχουν άλλη επιλογή από την κατάσταση ανάγκης, μπαίνει με λάθος τρόπο. Αυτό που συμβαίνει σήμερα, όπως σε κάθε αποφασιστικής σημασίας ιστορική κρίση, είναι ότι και τα δύο πράγματα ισχύουν αμφότερα: η χρήση της κατάστασης εξαίρεσης ως στρατήγημα και η αδυναμία να υπάρξει μια διακυβέρνηση που δεν θα ασκείται μέσω αυτής, συμπίπτουν. Ο κυρίαρχος, δρώντας με έναν απολύτως αυθαίρετο τρόπο, είναι την ίδια στιγμή υποχρεωμένος να λαμβάνει συνεχώς αποφάσεις κατ’ εξαίρεση, κάτι, που σε τελική ανάλυση, είναι ίδιον της φύσης του. Η εποχή η οποία ζούμε, δηλαδή, είναι αυτή όπου στη μη νομιμότητα των εξουσιών που κυβερνούν τη γη ρίχνεται άπλετο φως: εφόσον αυτές έχουν χάσει κάθε δυνατότητα να εμφανίζονται σαν μια αναγνωρίσιμη συμβολική τάξη, είναι υποχρεωμένες να αναστέλλουν τον νόμο και τις συνταγματικές αρχές που θα μπορούσαν να τον προσδιορίσουν. Η κατάσταση εξαίρεσης γίνεται, με αυτή την έννοια, η φυσιολογική συνθήκη και όποιος κυβερνά δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να κυβερνήσει αλλιώς. Είναι πιθανό η κατάσταση εξαίρεσης τυπικά να ανακληθεί: όμως μια κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας όπως αυτή που υπάρχει σήμερα, απέναντι στην οποία παύει κάθε μορφή αντιπολίτευσης, είναι η τέλεια συνέχεια της κατάστασης εξαίρεσης. Σε κάθε περίπτωση, η διάγνωσή μας για την οριστική δύση της εποχής των αστικών δημοκρατιών επιβεβαιώνεται. Μένει να δούμε μέχρι πότε η αναστολή της πολιτικής και η έκτακτη ανάγκη ως παράδειγμα διακυβέρνησης θα μπορούν να διαρκούν χωρίς να προσλάβουν μια μορφή διαφορετική από τον υγειονομικό τρόμο βάσει του οποίου έχουν μέχρι τώρα θεμελιωθεί.

 

12 Φλεβάρη 2021

 

 

Ο πόλεμος και η ειρήνη

 

Πρέπει να πάρουμε στα σοβαρά τη θέση, πολλές φορές επαναλαμβανόμενη από τις κυβερνήσεις, σύμφωνα με την οποία η ανθρωπότητα και κάθε έθνος βρίσκονται σήμερα σε συνθήκες πολέμου. Εξ αυτού προκύπτει ότι μια παρόμοια θέση χρησιμεύει για τη νομιμοποίηση της κατάστασης εξαίρεσης που περιλαμβάνει τους πλέον δραστικούς περιορισμούς της ελευθερίας κίνησης αλλά και γελοίες εκφράσεις όπως «απαγόρευση κυκλοφορίας», σε διαφορετική περίπτωση δύσκολα δικαιολογήσιμες. Ο δεσμός που δένει τις κυβερνητικές εξουσίες και τον πόλεμο είναι, όμως, πιο βαθύς και ουσιαστικός. Πρόκειται για το γεγονός ότι ο πόλεμος είναι κάτι το οποίο δεν μπορούν με κανέναν τρόπο να επικαλούνται επί μακρόν. Στο μυθιστόρημά του ο Τολστόϊ αντιπαραθέτει την ειρήνη, στην οποία οι άνθρωποι ακολουθούν λίγο-πολύ ελεύθερα τις επιθυμίες, τα συναισθήματα και τις σκέψεις τους, και που τους φαίνεται ως η μοναδική πραγματικότητα, με την αφαίρεση και το ψεύδος του πολέμου, στον οποίο όλα μοιάζουν να κινούνται βάσει μιας αδυσώπητης αναγκαιότητας. Και στο φρέσκο του στο δημοτικό μέγαρο της Σιένα, ο Λορεντσέτι αναπαριστά μια πόλη εν ειρήνη, στην οποία οι κάτοικοι κινούνται ελεύθερα σύμφωνα με τις ενασχολήσεις και το κέφι τους, ενώ σε πρώτο επίπεδο χορεύουν κοπέλες πιασμένες χέρι-χέρι. Μολονότι το φρέσκο είχε παραδοσιακά τον τίτλο Η καλή κυβέρνηση, μια παρόμοια κατάσταση, συντιθέμενη από μικρά καθημερινά συμβάντα της κοινής ζωής και των επιθυμιών του καθενός, για την εξουσία σημαίνει, στην πραγματικότητα, ακυβερνησία. Αν και μπορεί να υπόκειται σε περιορισμούς και ελέγχους κάθε μορφής, αυτή όντως τείνει εκ φύσεως να διαφεύγει των υπολογισμών, των σχεδιασμών και των κανόνων –ή, τουλάχιστον, αυτός είναι ο κρυφός φόβος της εξουσίας. Αυτό μπορούμε να το εκφράσουμε λέγοντας επίσης ότι η ιστορία, χωρίς την οποία η εξουσία δεν είναι σε τελική ανάλυση σκεπτέα, είναι άμεσα συνυφασμένη με τον πόλεμο, ενώ η ζωή εν ειρήνη είναι εξ ορισμού χωρίς ιστορία. Τιτλοφορώντας Ιστορία το μυθιστόρημά της, στο οποίο η πορεία κάποιων απλών δημιουργημάτων αντιπαρατίθεται στους πολέμους και τα καταστροφικά γεγονότα που σάρωσαν τα δημόσια πράγματα τον 20οι αιώνα, η Έλσα Μοράντε είχε κάτι τέτοιο στο μυαλό της.

   Γι’ αυτό οι εξουσίες που θέλουν να κυβερνήσουν τον κόσμο πρέπει αργά ή γρήγορα να διεξάγουν έναν πόλεμο, χωρίς να έχει σημασία αν προσομοιάζει στην πραγματικότητα ή στην ακρίβεια. Και εφόσον σε συνθήκες ειρήνης η ζωή των ανθρώπων τείνει να διαφεύγει κάθε ιστορικής διάστασης, δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι ο πόλεμος στον ιό σηματοδοτεί την έναρξη μιας νέας ιστορικής εποχής, στην οποία τίποτα δεν θα είναι όπως πριν. Και πολλοί, ανάμεσα σε αυτούς που κλείνουν τα μάτια για να μη βλέπουν την κατάσταση μη ελευθερίας στην οποία έχουν περιπέσει, την αποδέχονται ακριβώς γιατί είναι πεισμένοι, όχι χωρίς μια κάποια υπερηφάνεια, ότι εισερχόμαστε –μετά από σχεδόν εβδομήντα χρόνια ειρηνικής ζωής, δηλαδή χωρίς ιστορία– σε μια νέα εποχή.

Ακόμη κι αν, όπως μέχρι τώρα είναι πολύ εμφανές, ότι θα πρόκειται για μια εποχή δουλείας και θυσιών, στην οποία όλα αυτά που καθιστούν τη ζωή άξια να τη ζει κανείς θα πρέπει να υποστούν περικοπές και περιορισμούς, αυτοί υπερθεματίζουν σε μεγάλο βαθμό, γιατί πιστεύουν ηλιθιωδώς ότι έχουν βρει με αυτόν τον τρόπο εκείνο το νόημα στη ζωή τους που είχαν χάσει ασυνείδητα στην ειρήνη.

Είναι πιθανό, ωστόσο, ότι ο πόλεμος στον ιό, που έμοιαζε ένας ιδανικός μηχανισμός [dispositivo], που οι κυβερνήσεις μπορούσαν να υιοθετούν και να κατευθύνουν ανάλογα με τις απαιτήσεις τους πολύ πιο εύκολα από ότι σε έναν πραγματικό πόλεμο, να καταλήξει, όπως κάθε πόλεμος, με το να τους ξεφύγει από τα χέρια. Και, ίσως, σε εκείνο το σημείο, αν δεν θα είναι πολύ αργά, οι άνθρωποι να αναζητήσουν εκ νέου εκείνη την ειρήνη της ακυβερνησίας που τόσο απρόσεκτα εγκατέλειψαν.

 

23 Φλεβάρη 2021   

 

Μια ατμόσφαιρα βαριά, αδιαφανής και πνιγηρή…

 

«Μια ατμόσφαιρα βαριά, αδιαφανής και πνιγηρή έχει απλωθεί πάνω στη χώρα, οι άνθρωποι είναι θλιμμένοι και ανικανοποίητοι, και, ωστόσο, είναι διατεθειμένοι να υποστούν οτιδήποτε χωρίς να διαμαρτύρονται και χωρίς να εκπλήσσονται. Είναι η χαρακτηριστική κατάσταση των περιόδων της τυραννίας. Η γενικευμένη δυσαρέσκεια, που οι επιφανειακοί παρατηρητές εκλαμβάνουν σαν σημάδι ευθραυστότητας της εξουσίας, στην πραγματικότητα σημαίνει το εντελώς αντίθετο. Μια δυσαρέσκεια υπόκωφη και διάχυτη είναι συμβατή με μια σχεδόν άνευ όρων υποταγή για δεκάδες χρόνια· όταν στο αίσθημα της δυστυχίας ενώνεται, όπως συμβαίνει σήμερα, με την απουσία ελπίδας, οι άνθρωποι υπακούουν μέχρις ότου ένα εξωτερικό χτύπημα έρθει για να αποκαταστήσει την ελπίδα τους».

Σιμόν Βέιγ, 1940 

 

«Το αίσθημα της ασφάλειας έχει αλλάξει βαθιά. Δεν είναι αναγκαστικά κάτι κακό, από τη στιγμή που δεν μπορεί να υπάρξει ασφάλεια για τον άνθρωπο σε αυτή τη γη και η ανάγκη για ασφάλεια, πέρα από ένα συγκεκριμένο όριο, είναι μια επικίνδυνη ψευδαίσθηση που εξαπατά τους πάντες και κάνει τα μυαλά αδύνατα, υπερφίαλα και ανοήτως ανικανοποίητα· το βλέπουμε καλά σε περιόδους ευημερίας και το βλέπουμε επίσης σε εκείνες τις κοινωνικές κατηγορίες που πιστεύουν σήμερα ότι είναι ασφαλείς. Όμως η ολική απουσία ασφάλειας, κυρίως όταν η καταστροφή που τρέμουμε φαίνεται να υπερβαίνει τα αποθέματα ευφυΐας και θάρρους που διαθέτουμε, δεν είναι λιγότερο βλαπτική. Έχουμε δει στο παρελθόν πώς οι οικονομικές κρίσεις αφαιρούν από τους νέους κάθε ελπίδα ότι μπορούν να ενταχθούν πλήρως στις γραμμές της κοινωνίας, βγάζοντας τα προς το ζην και καταφέρνοντας να θρέψουν μια οικογένεια. Βλέπουμε τώρα μια ολόκληρη γενιά νέων να βρίσκεται στον ίδιο αδιέξοδο… Τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας, ο τύπος, το ραδιόφωνο και ο κινηματογράφος είναι τόσο ισχυρά ώστε να επηρεάζουν την ψυχική κατάσταση ενός ολόκληρου λαού. Σαφώς η ζωή συνεχίζει να αμύνεται, προστατευόμενη από το ένστικτο και από κάποιας μορφής άγνοιας· ωστόσο, ο φόβος που διαχέεται από τις μεγάλες συλλογικές καταστροφές, αναμενόμενες παθητικά όπως μια πλημμύρα ή έναν σεισμό, καλλιεργεί ολοένα και περισσότερο το αίσθημα ότι ο καθένας μπορεί να έχει το μέλλον που του αρμόζει».

Σιμόν Βέιγ, 1939

 

Για την αντιγραφή, Τζόρτζο Αγκάμπεν 2 Μάρτη 2021 

1 σχόλιο:

  1. Situs Judi Slot Online Kumpulan Games & Agen Slot Online
    Judi 통영 출장샵 Slot 광주광역 출장안마 Online Kumpulan Games & Agen Slot 부천 출장안마 Online Situs Judi Online 진주 출장샵 Kumpulan Games 목포 출장샵 & Agen Slot Online Terpercaya Indonesia · Slot Online

    ΑπάντησηΔιαγραφή