Οι σκέψεις που ακολουθούν δεν αφορούν την επιδημία, αλλά αυτό που μπορούμε να καταλάβουμε από τις αντιδράσεις των ανθρώπων απέναντι της. Πρόκειται, δηλαδή, να σκεφτούμε για την ευκολία με την οποία μια ολόκληρη κοινωνία αποδέχθηκε να νιώσει πανουκλιασμένη, να απομονωθεί στο σπίτι και να αναστείλει τις φυσιολογικές συνθήκες της ζωής της, τις εργασιακές της σχέσεις τη φιλία, τον έρωτα, φτάνοντας μέχρι τις θρησκευτικές και πολιτικές πεποιθήσεις της. Γιατί δεν συνέβησαν, όπως θα μπορούσε να φανταστεί κανείς και όπως συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, διαμαρτυρίες και εναντιώσεις;
Η υπόθεση στην οποία θα ήθελα να προχωρήσω είναι ότι κατά κάποιον τρόπο, ακόμη και ασυνείδητα, η πανούκλα ήταν ήδη εδώ, ότι, προφανώς, οι συνθήκες ζωής του κόσμου είχαν γίνει τέτοιες ώστε άρκεσε ένα ξαφνικό συμβάν για να εμφανιστούν ως αυτές που είναι –δηλαδή αφόρητες, όπως ακριβώς μια πανούκλα. Και αυτό, με μια συγκεκριμένη έννοια, είναι το μοναδικό θετικό δεδομένο που μπορούμε να αντλήσουμε από την παρούσα κατάσταση: είναι δυνατόν, πιο μετά, ο κόσμος να ξεκινήσει να διερωτάται αν ο τρόπος με τον οποίο ζούσε ήταν ο σωστός. Και αυτό πάνω στο οποίο πρέπει επίσης να σκεφτούμε, είναι η ανάγκη της θρησκείας που αυτή η κατάσταση αναδεικνύει. Είναι ενδεικτική, στον λίαν τεταμένο λόγο των ΜΜΕ, μια ορολογία που δανείζεται στοιχεία από το εσχατολογικό λεξιλόγιο και η οποία, για να περιγράψει το φαινόμενο, καταφεύγει εμμονικά, προπάντων στον αμερικανικό τύπο, στη λέξη «αποκάλυψη», επικαλούμενη, συχνά σαφώς, το τέλος του κόσμου. Είναι λες και η θρησκευτική ανάγκη, που η εκκλησία δεν είναι πλέον σε θέση να ικανοποιήσει, να αναζητεί ψαχουλεύοντας έναν άλλο τόπο για να υπάρξει και να τον βρίσκει ακριβώς σε εκείνη που τώρα πια έχει γίνει η θρησκεία της εποχής μας: στην επιστήμη. Αυτή, όπως κάθε θρησκεία, μπορεί να παράγει δεισιδαιμονίες και φόβο ή, ωστόσο, να χρησιμοποιείται για τη διάδοσή τους. Ποτέ όπως σήμερα δεν παραβρεθήκαμε στο θέαμα, τυπικό των θρησκειών σε στιγμές κρίσης, γνωμών και συνταγών διαφορετικών και αντιθετικών μεταξύ τους, που ξεκινούν από την αιρετικά μειοψηφική θέση (αν και υποστηρίζεται από επιστήμονες με κύρος) αυτών που αρνούνται τη βαρύτητα του φαινομένου, και φτάνουν μέχρι τον κυρίαρχο ορθόδοξο λόγο που ναι μεν την αποδέχεται αλλά, ωστόσο, διαφέρει, συχνά ριζικά, ως προς τους τρόπους αντιμετώπισής της. Και, όπως πάντοτε συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, κάποιοι ειδικοί ή λεγόμενοι τέτοιοι, καταφέρνουν να εξασφαλίσουν την εύνοια του μονάρχη ο οποίος, όπως στην εποχή των θρησκευτικών διενέξεων που δίχασαν τη χριστιανοσύνη, παίρνει θέση ανάλογα με τα συμφέροντά του υπέρ του ενός ή του άλλου ρεύματος και επιβάλλει τα μέτρα του.
Ένα άλλο πράγμα που πρέπει να σκεφτούμε είναι η προφανής κατάρρευση κάθε κοινής πεποίθησης και πίστης. Θα λέγαμε ότι οι άνθρωποι δεν πιστεύουν πλέον σε τίποτα –πέρα από τη γυμνή βιολογική ύπαρξη που πρέπει, με οποιοδήποτε κόστος, να διασωθεί. Όμως πάνω στον φόβο μήπως χάσουμε τη ζωή μας μπορεί να θεμελιωθεί μόνο μια τυραννία, μόνο ο τερατώδης Λεβιάθαν με το ξεγυμνωμένο σπαθί.
Γι’ αυτό –όταν η έκτακτη ανάγκη, η πανούκλα, θα ανακοινωθεί ως περατωθείσα, αν ανακοινωθεί– δεν πιστεύω ότι, τουλάχιστον για όποιον έχει διατηρήσει μια ελάχιστη διαύγεια, θα είναι δυνατό να επιστρέψουμε να ζούμε όπως πριν. Και αυτό είναι ίσως σήμερα το πλέον απελπιστικό πράγμα –αν και, όπως έχει ειπωθεί, «μόνο για όποιον δεν έχει πλέον ελπίδα δόθηκε η ελπίδα».
27 Μάρτη 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου