Με τον Ζαν Μπωντριγιάρ με συνδέει μια μακρά φιλία. Προσφάτως κυκλοφόρησε ένα δοκίμιο το οποίο αυτός θεωρεί ως ένα από τα βασικότερά του, δίπλα στην Καταναλωτική κοινωνία, τη Συμβολική ανταλλαγή και ο θάνατος, τη Γοητεία και τις Μοιραίες στρατηγικές. Πρόκειται για το βιβλίο Η αδύνατη ανταλλαγή (εκδόσεις Galilée), το οποίο βασίζεται σε τρία θεωρήματα. Το πρώτο αφορά την ακατανοησία του κόσμου, δηλαδή μοιάζει λες και το καθήκον της ανθρώπινης σκέψης είναι να τον καταστήσει ακόμη πιο αινιγματικό και ακατανόητο. Το δεύτερο θεώρημα υποστηρίζει ότι αυτός ο παραληρηματικός μας κόσμος πρέπει να παρατηρηθεί από μια παραληρηματική οπτική γωνία. Το τελευταίο σημείο αφορά το παιχνίδι και τον παίκτη, με τον ισχυρισμό ότι ο παίκτης δεν μπορεί ποτέ να είναι μεγαλύτερος από το ίδιο το παιχνίδι. (Ενρίκο Μπάι)
Μπάι: Στο τελευταίο σου βιβλίο εδραιώνεις την άποψη ότι αυτή η τυχαία και κατακερματισμένη κοινωνία κυριαρχείται από την αρχή της αβεβαιότητας. Όμως πρόκειται για μια δημιουργική και συνεπώς θετική αβεβαιότητα.
Μπωντριγιάρ: Υπάρχει μια ασταθής συνθήκη την οποία μπορούμε να εκμεταλλευτούμε, δεν λέω με θετικούς όρους, δεν αγαπώ αυτό το επίθετο, αλλά για ποιητικούς σκοπούς, μοναδικούς. Θέλω να πω ότι αυτή η ίδια η συνθήκη, η αβεβαιότητα, μπορεί να είναι αγχώδης, όμως μπορεί να είναι και συναρπαστική, υπό τον όρο να καταστεί ένα παιχνίδι και συνεπώς να καταστεί η αρχή της αβεβαιότητας ένας κανόνας, ο κανόνας του παιχνιδιού. Δεν θα έχει να κάνει αναγκαστικά με ένα παιγνιώδες παιχνίδι και πολύ περισσότερο με τα βιντεοπαιχνίδια. Υπαινίσσομαι κυρίως την αρχή ενός αυθαίρετου παιχνιδιού, στο οποίο, ωστόσο, υπάρχει ένας κανόνας, αυθαίρετος μεν αλλά όχι τυχαίος. Το παιχνίδι του σκακιού, τα παιχνίδια με χρήματα, μπορούν επίσης να είναι αυθαίρετα και τυχαία, ωστόσο εμπεριέχουν έναν κανόνα. Λέω έναν κανόνα, όχι έναν νόμο.
Μπάι: Έναν κανόνα που δεν πρέπει να παραβιάζεται.
Μπωντριγιάρ: Όχι. Τον νόμο μπορείς να τον παραβιάσεις και μάλιστα θα λέγαμε ότι ο νόμος έγινε για να παραβιάζεται. Ο κανόνας, αντιθέτως, έχει φτιαχτεί για να τηρείται˙ όμως στο εσωτερικό του κανόνα μπορείς να αλλάξεις τα όρια του πραγματικού μέσω των δικών σου νόμων και της δικής σου αρχής της οικονομίας και συνεπώς μπορεί να καταλήξεις να βρεθείς πέρα από το οικονομικό, πέρα από τα πράγματα. Ο παίκτης μπορεί να καταλήξει σε κάτι τέτοιο τιθέμενος πέραν: όμως το παιχνίδι, κατά τη γνώμη μου, είναι μια δυαδική αρχή, δεν είναι μια ατομική αρχή. Συνεπώς ο κανόνας παραμένει υπέρτερος. Παίζεις γιατί υπάρχει ένας κανόνας, συνεπώς παίζεις σύμφωνα με τον κανόνα. Ο παίκτης δεν μπορεί να τον καταστρέψει, γιατί σε αυτή την περίπτωση δεν θα είναι πλέον δυνατό το παιχνίδι. Ο νόμος, αντιθέτως, μπορεί να παραβιαστεί˙ παραμένει ένας παραβιασμένος νόμος που στη συνέχεια θα παραβιαστεί κι άλλες φορές και όλα θα συνεχίζονται όπως πρώτα.
Μπάι: Όμως υπάρχουν και συλλογικά παιχνίδια, ομαδικά…
Μπωντριγιάρ: Αυτά είναι παιχνίδια ανταγωνιστικά, είναι κάτι άλλο. Ο Ροζέ Καγιουά είχε διακρίνει τέσσερις κατηγορίες στο παιχνίδι: Μίμησις, δηλαδή η αναπαράσταση και το θεατρικό παιχνίδι˙ Αγών, δηλαδή ο ανταγωνισμός˙ Τύχη, δηλαδή τα τυχερά παιχνίδια˙ Ίλιγγος, δηλαδή τα ιλιγγιώδη παιχνίδια. Εύρισκα ανέκαθεν ιδιοφυή αυτή τη διάκριση, αφού σε όλα τα δημιουργικά έργα, είτε αυτά είναι αντικείμενα, ζωγραφιές, φωτογραφίες ή συμβάντα, είναι αναγκαίο να υπάρχει ένα αναπαραστατικό μέρος, ανταγωνισμός, ο τζόγος της τύχης αλλά και μια αίσθηση ιλίγγου.
Μπάι: Στο βιβλίο σου μοιάζει να εξομοιώνεις με την ανάγκη για απόδραση.
Μπωντριγιάρ: Η απόδραση είναι μια θεώρηση εύκολη, σχεδόν περιθωριακή της πραγματικότητας, ενώ όταν εγώ μιλώ για παιχνίδι μιλώ για το μεγάλο παιχνίδι του κόσμου, αυτού του κόσμου που είναι ένα παιχνίδι αλλά και παίζει και ο ίδιος. Εδώ δεν παίζουμε κρυφτό, καθώς συμμετέχουμε πλήρως σε αυτό και πολλά πράγματα ανάγονται στο παιχνίδι. Και η γοητεία είναι ένα παιχνίδι, ανάμεσα σε δύο υπάρξεις φυσικά.
Μπάι: Αναφερόμενος στη γραφή, μιλάς για την εικονική, αυτόματη γραφή…
Μπωντριγιάρ: Η εικονική αυτόματη γραφή, βάσει των όρων των νέων εικονικών και πληροφοριακών τεχνολογιών, σημαίνει την τάση παραγωγής ενός κόσμου που εκτυλίσσεται μόνος του. Σε αυτό το σημείο είναι η τεχνολογία που βαδίζει μόνη της, είναι η αυτόματη γραφή της τεχνικής που βαδίζει χωρίς υποκείμενο. Να τι συμβαίνει στο εικονικό: δεν υπάρχει πλέον υποκείμενο, είναι ο υπολογισμός που λειτουργεί μόνος του, είναι ο αριθμός, είναι η λογικο-μαθηματική σύνθεση, είναι η αυτοπαραγωγή ενός συστήματος που γυρίζει γύρω από τον εαυτό του κατά τρόπο ταυτολογικό.
Μπάι: Η ιδέα της αιώνιας επιστροφής, για την οποία μιλάς στο νέο σου βιβλίο, προϋποθέτει μια κυκλική κίνηση αντίθετη με εκείνη την ιστορική γραμμική του γίγνεσθαι χωρίς επιστροφή.
Μπωντριγιάρ: Μπορούμε σαφώς να φανταστούμε έναν κύκλο στον οποίο καταλήγουμε να βρισκόμαστε πάντοτε στο ίδιο σημείο. Η αιώνια επιστροφή είναι ένα σημείο, όπως λέει ο Νϊτσε, που είναι πάντοτε το ίδιο σημείο. Μπορούμε να υποθέσουμε την ύπαρξη τριών μορφών του χρόνου. Πρώτα απ’ όλα υπάρχει ο κυκλικός χρόνος, που είναι ο μυθολογικός χρόνος περασμένων κουλτούρων. Έπειτα υπάρχει ο γραμμικός χρόνος, που είναι ο ιστορικός χρόνος. Σήμερα βρισκόμαστε στον πραγματικό χρόνο, που δεν είναι πλέον ο ιστορικός χρόνος, αλλά ο χρόνος στον οποίο βρισκόμαστε ταυτοχρόνως σε όλα τα μέρη του κόσμου και σε όλες τις γωνίες του χρόνου. Πρόκειται για μια «φρακταλοποίηση» του γραμμικού χρόνου, που είναι το αποτέλεσμα ενός συνόλου φράκταλ, κάτι που μας απομακρύνει πολύ από τον κυκλικό χρόνο. Δηλαδή ο κυκλικός χρόνος εξαφανίζεται στον γραμμικό χρόνο και ο γραμμικός χρόνος εξαφανίζεται στον πραγματικό χρόνο. Μπορούμε σαφώς να πούμε ότι πρώτα υπήρχε ένας κύκλος, μετά μια ευθεία γραμμή και τελικά μια ευθεία γραμμή αποτελούμενη από μια σειρά σημείων.
Μπάι: Σε σχέση με τον χρόνο εισάγεις την αντίθεση ανάμεσα σε δύο έννοιες που θα μπορούσαν να εξομοιωθούν: την έννοια της αλλαγής και αυτή του γίγνεσθαι.
Μπωντριγιάρ: Η μεγάλη αντίθεση ανάμεσα στην αλλαγή και το γίγνεσθαι είναι σημαντική και ήδη προφανής ανάμεσά μας. Ο Νίτσε, μιλώντας για τα σύγχρονα άτομα, υποστηρίζει: «Αυτά αλλάζουν, αλλάζουν συνεχώς, αλλά δεν γίνονται ποτέ κάτι». Αυτό το γεγονός το ζούμε καθημερινά και αυτή η παρατήρηση ισχύει επίσης για τα συμβάντα και την πληροφορία. Αυτή η αλλαγή χωρίς γίγνεσθαι είναι ο κόσμος του εικονικού. Είναι η δυνατότητα υιοθέτησης όλων των μορφών που είναι χαρακτηριστικό μιας συγκεκριμένης εργασίας και συνιστά ένα είδος μορφισμού. Και ο μορφισμός σε αυτή τη συνεχή τυπική αλλαγή είναι ακριβώς το αντίθετο της έννοιας της μεταμόρφωσης.
Μπάι: Υποστηρίζεις επίσης σε αυτό το βιβλίο ότι είναι η τηλεόραση που μας κοιτάζει, ότι είναι το βιβλίο που μας διαβάζει, ότι είναι η εικόνα που μας παρατηρεί.
Μπωντριγιάρ: Οι εικόνες, παρατηρώντας μας, γίνονται αυτόνομες, αποκτούν μια αυτόνομη δύναμη και μας κρατούν ομήρους. Σε τέτοιο μάλιστα βαθμό, ώστε να γινόμαστε εμείς οι ίδιοι μια εικόνα, χωρίς ταυτότητα, αν ποτέ υπήρξε μία τέτοια. Σε αυτό το σημείο, στην αλύσσωση των εικόνων, εμείς δεν είμαστε παρά ένας κρίκος. Δεν υπάρχει πλέον το υποκείμενο που κοιτάζει διαθέτοντας μια αρχή κρίσης, απόλαυσης ή κάτι άλλο. Στη θέση όλων αυτών υπάρχει ένα πέρασμα εικόνων σε μια μαγνητική συχνότητα. Και εκεί ξαναβρίσκουμε ένα είδος αυτόματης γραφής του εικονικού.
Μπάι: Όπου το άτομο χάνεται ακριβώς μέσα στην εικόνα του…
Μπωντριγιάρ: Η ατομικότητα είναι ένα είδος αναπαραστατικού μοντέλου, που υπάρχει εφόσον υπάρχει ένα είδος συναίνεσης, όμως είναι ένα σύστημα αξιών άκρως εύθραυστο.
Μπάι: Κατά τη γνώμη σου όλες οι υπερβατικές αξίες έχουν απορροφηθεί από την τεχνολογία, η οποία έχει γίνει το σύμβολο του Καλού, ενώ η υπέρβαση έχει εγκαταλειφθεί στις δυνάμεις του Κακού. Και παραθέτεις τον Τσερονέτι, για τον οποίο η αρετή δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τα μέσα μεταφοράς.
Μπωντριγιάρ: Αυτό που λέει ο Τσερονέτι είναι μία μεταφορά, που ισχύει όταν λέμε ότι τα παραδοσιακά μέσα δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τα ΜΜΕ. Όσον αφορά το κακό και το καλό, αυτά είναι η αντανάκλαση του ενός στο άλλο: είναι ασύμμετρα. Και ο λόγος για το καλό και το κακό έχει να κάνει με μια μορφή, αυτή του παγόβουνου. Το καλό είναι πάνω, χωρισμένο από το κάτω μέρος, που είναι πολύ μεγαλύτερο, από μια ίσαλο γραμμή, η οποία είναι μια γραμμή ταλαντευόμενη. Το κακό, είναι κάτω, δεν το βλέπουμε. Αυτή η φιγούρα του παγόβουνου συγκρούεται, στην πραγματικότητα, όπως και στη φαντασία, με το δυαδικό της ομόλογο, που είναι ο Τιτανικός. Και συμβαίνει αυτό που συμβαίνει. Ακόμη και στα μεγάλα σκάφη υπάρχει μια ίσαλος γραμμή που χωρίζει την επιφάνεια από το βυθισμένο μέρος. Το τέλειο έγκλημα, διαπραττόμενο στο όνομα του καλού, συνίσταται στην οργάνωση ενός τεχνικού και τεχνητού σύμπαντος στερούμενου αντισωμάτων, του οποίου ο Τιτανικός θα έπρεπε να είναι το τέλειο σύμβολο. Ένας κόσμος φτιαγμένος για να ικανοποιεί τις επιθυμίες μας. Ο λόγος περί επιθυμίας είναι ένας λόγος μερικός, χωριστός από τη γοητεία, γιατί η γοητεία παίζει με την επιθυμία, αλλά δεν είναι η επιθυμία. Τώρα πια ακόμη και στο σεξουαλικό η επιθυμία είναι μια δευτερεύουσα ενσάρκωση. Η επιθυμία έχει καπαρώσει το σεξουαλικό καθιστώντάς το αμφίθυμο και κατά συνέπεια το σεξουαλικό έχει γίνει τα πάντα και τίποτα: ο λόγος για το σεξ είναι τώρα πια ένας λόγος της κάλυψης.
Μπάι: Αίσθηση, επιθυμία, χαρά. Τι ψάχνει ο άνθρωπος μέσω της εικονικής εικόνας;
Μπωντριγιάρ: Αν οι άνθρωποι ψάχνουν αυθεντικές και ευφυείς μηχανές είναι γιατί δεν πιστεύουν πια στην αυθεντικότητά τους, συνεπώς θέλουν να απελευθερωθούν από την ίδια τους την αντανάκλαση τους και από την ίδια τους τη γνώση. Κι έτσι οι υπολογιστές είναι προϊόντα μειονεκτικών και παράγουν μειονεκτικούς, άτομα που στερούνται εν μέρει της λειτουργίας τους.