Ξεκινάμε από τη διαπραγμάτευση, εκείνη που προσπάθησες να κάνεις εσύ και ο Λανφράνκο Πάτσε [επιφανές μέλος της Εργατικής Αυτονομίας, σ.τ.μ.].
Η ιδέα ήταν του Πάολο Μιέλι [επιφανής Ιταλός δημοσιογράφος, τότε στην αρχή της καριέρας του, αλλά και πρώην μέλος της Εργατικής Εξουσίας, σ.τ.μ.] και του Λίβιο Ζανέτι, τότε διευθυντή του «Espresso», του μοναδικού εντύπου που είχε παρακολουθήσει τις διάφορες φάσεις του κινήματος και με το οποίο πολλοί από εμάς είχαμε μια κάποια οικειότητα. Ο Ζανέτι με φώναξε και μου είπε ότι ήθελε να με συναντήσει ο Κλαούντιο Σινιορίλε [επιφανές τότε μέλος του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, σ.τ.μ.].
Όλα αυτά συνέβησαν με την ενθάρρυνση του Μπετίνο Κράξι [επικεφαλής τότε του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος και μετέπειτα πρωθυπουργός, σ.τ.μ.];
Υποθέτω πως ναι, αν και δεν έχω αποδείξεις. Εκείνη την εποχή, τον Απρίλη του 1978, εγώ βρισκόμουν ήδη στην Καλαβρία και η γυναίκα που είχα παντρευτεί –η Φιόρα Πίρι– είχε συλληφθεί εδώ και λίγο καιρό. Γι’ αυτό στην αρχή προέβαλα ισχυρή αντίσταση στο να αποδεχτώ εκείνη τη συνάντηση, φοβόμουν την εμπλοκή μου σε κάτι που θα είχε ως συνέπεια την επιδείνωση της θέσης της Φιόρα, κατηγορούμενης –μαζί με έναν μεγάλο αριθμό ατόμων– ότι βρισκόταν στην οδό Φάνι.
Όμως στη συνέχεια αποφάσισες να συναντηθείς με τον Σινιορίλε.
Αυτό που με έπεισε ήταν ένα νέο τηλεφώνημα του Πάολο Μιέλι, αλλά και η επιδείνωση της κατάστασης της Φιόρα. Σκέφτηκα πως αν ο Μόρο σκοτωνόταν, θα ήταν δυσάρεστο για όλους μας. Έτσι πήγα στη Ρώμη και συνάντησα τον Σινιορίλε κάμποσες φορές –πρώτα μόνος μου, μετά με τον Λανφράνκο Πάτσε, που πριν από εμένα είχε τον τρόπο να φτάσουν γρήγορα στις Ερυθρές Ταξιαρχίες οι προτάσεις εκείνης της πλευράς του Σοσιαλιστικού Κόμματος που ηγούνταν ο Κράξι και όχι ο Τζάκομο Μαντσίνι –σε ένα σπίτι στην οδό Κόρσο που έμενε ένας από τους χρηματοδότες του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Ήμασταν σε καλό σημείο. Το πίστευα εγώ, το πίστευε και ο Σινιορίλε.
Ποια ήταν η πρόταση;
Ένας εκπρόσωπος της Χριστιανοδημοκρατίας και πιο συγκεκριμένα ο Αμίντορε Φανφάνι, θα αναλάμβανε δημοσίως την ευθύνη των διαπραγματεύσεων με τους ταξιαρχίτες, στη βάση της αποφυλάκισης κάποιων από εκείνους που είχαν συλληφθεί, αλλά, προπάντων, στη βάση του κλεισίματος της φυλακής της Αζινάρα, μιας ιδιαιτέρως σκληρής φυλακής, θα έλεγα στα όρια του βασανιστηρίου. Αυτός ο εκπρόσωπος της Χριστιανοδημοκρατίας, θα έπρεπε να δείξει διατεθειμένος να προτείνει και να υλοποιήσει ένα γενικό μέτρο που θα ήταν ενταγμένο στο πλαίσιο της νομιμότητας. Το πιο συγκεκριμένο αντικείμενο της διαπραγμάτευσης θα προσδιοριζόταν στη συνέχεια. Εκείνη τη στιγμή αυτό που είχε τη μεγαλύτερη σημασία ήταν να σταματήσει εκείνη η διαδικασία που θα οδηγούσε στην εκτέλεση του Μόρο και να υπάρξει μια ένδειξη για το ποια από τα αιτήματα των Ερυθρών Ταξιαρχιών θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτά νομίμως από το κράτος. Και όλα αυτά θα γίνονταν όχι από κάποιον που θα αναλάμβανε την ευθύνη εκ μέρους του κράτους, αλλά από τον Φανφάνι, που θα αναλάμβανε μονάχα την πολιτική ευθύνη.
Είπες ότι η διαπραγμάτευση έμοιαζε σχεδόν ολοκληρωμένη. Τι την εμπόδισε;
Το βράδυ της Παρασκευής πριν την εκτέλεση του Μόρο, πήγαν στον Σινιορίλε ο στρατιωτικός σύμβουλος της Προεδρίας της Δημοκρατίας και ένας καραμπινιέρος μοτοσυκλετιστής, οι οποίοι θα έπρεπε να μεταφέρουν αυτές τις «ενδείξεις» στον Φανφάνι. Έτσι εγώ εκείνη την Παρασκευή το βράδυ ήμουν πεισμένος ότι οι πιθανότητες να σωθεί ο Μόρο ήταν μεγάλες. Ομολογώ τίμια ότι δεν συμπαθούσα καθόλου τον Μόρο και δεν είχα καμία ιδιαίτερη αγωνία αν θα τον εκτελούσαν ή όχι. Όμως εκείνο που μου φαινόταν προφανές, ήταν το γεγονός πως αν εκτελούνταν ο Μόρο, πέρα από έγκλημα, επρόκειτο για ένα γιγαντιαίο λάθος λόγω των συνεπειών που θα είχε όχι τόσο για τις Ερυθρές Ταξιαρχίες, που έτσι κι αλλιώς ήταν παράνομες, αλλά, προπάντων, για το κίνημα.
Ήταν ο Κοσίγκα [τότε υπουργός Εσωτερικών, κατόπιν πρωθυπουργός αλλά και πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας, σ.τ.μ.] αυτός που οδήγησε στην αποτυχία της διαπραγμάτευσης;
Δεν είμαι σε θέση να πω κάτι τέτοιο. Σαφώς ένα από τα λάθη ήταν πως αντί για τον Φανφάνι μιλούσαμε με έναν άνθρωπο του κύκλου του, που λεγόταν Μπαρτολομέι. Θυμάμαι εκείνη τη δήλωση που μεταδόθηκε στις νυχτερινές ειδήσεις: μπερδεμένη και ντροπαλή. Δεν μπορούσε να έχει καμία επίδραση στις Ερυθρές Ταξιαρχίες.
Ας επιστρέψουμε στον Κοσίγκα.
Ο Κοσίγκα είχε αποφασίσει πως θα ήταν καλύτερο να θυσιαστεί ο Μόρο. Θα το πει και ο ίδιος κάμποσα χρόνια μετά. Και πιστεύω ότι στην απόφασή του είχε καθοριστική επίδραση στη στάση του Κομμουνιστικού Κόμματος. Πιστεύω ότι αυτοί που έθεσαν απολύτως βέτο σε κάθε πιθανότητα διαπραγμάτευσης ήταν ακριβώς τα διευθυντικά στελέχη του Κομμουνιστικού Κόμματος. Ο Κοσίγκα συμπαρατάχθηκε μαζί τους για κρατήσει όρθια τη σχέση με το Κομμουνιστικό Κόμμα και να σώσει τον ιστορικό συμβιβασμό. Και σε σχέση με αυτό υπήρχε και η συναίνεση του τότε γραμματέα της Χριστιανοδημοκρατίας, του Μπενίνιο Ζακανίνι. Ενώ ο Φανφάνι, σύμφωνα με όσα μου είπε ο ίδιος ο Σινιορίλε, ήθελε να δοκιμάσει.
Συνεπώς υπήρξε μια σύγκρουση ανάμεσα στα δύο ρεύματα της Χριστιανοδημοκρατίας.
Ακριβώς. Η αριστερή πτέρυγα της Χριστιανοδημοκρατίας είχε συμπαραταχθεί με τις θέσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος, που δεν ήθελε με τίποτα την έμμεση αναγνώριση των Ερυθρών Ταξιαρχιών, λόγω των συνεπειών που θα είχε κάτι τέτοιο στο επίπεδο της οργάνωσης του ίδιου του Κομμουνιστικού Κόμματος, ξεκινώντας από τα μεγάλα εργοστάσια. Άλλωστε, το απέδειξε όταν την επόμενη χρονιά ο Ντάλα Κιέζα συνέλαβε μέσα σε μια νύχτα μόνο 80 εργάτες και δεν έκανε τίποτα. Στα εργοστάσια υπήρχε ταξιαρχίτικη παρουσία που το Κομμουνιστικό Κόμμα την έβλεπε ως «ανταγωνιστική».
Εν συντομία, εσύ λες ότι η Χριστιανοδημοκρατία, ή τουλάχιστον ένα μέρος της, ήθελε τη διαπραγμάτευση και ότι η γραμμή της αδιαλλαξίας ήταν ένα «δώρο» στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Και εκείνη η πλευρά δεν ήταν η πλευρά του Κοσίγκα.
Ήταν ένα επεισόδιο που αποκάλυπτε την κακή συνείδηση της ιταλικής πολιτικής τάξης, σε αυτή την τάξη όλοι έλεγαν ψέματα. Η Χριστιανοδημοκρατία θα διαπραγματευόταν όπως είχε κάνει σε άλλες περιπτώσεις και όπως, άλλωστε, είχε συμβεί σε άλλες χώρες πριν και μετά τον Μόρο. Δεν λέω ότι ο Μπερλινγκουέρ ήθελε την εκτέλεση του Μόρο. Λέω ότι ακόμη κι αν είχε απαχθεί ένα δικό τους στέλεχος, ο σύντροφος Παγιέτα για παράδειγμα, θα τον είχαν θυσιάσει. Ήταν στη λογική του κόμματος. Με τίποτα δεν ήθελε να δεχτούν ένα αίτημα που θα χρησίμευε στη νομιμοποίηση του τρομοκρατικού-ανατρεπτικού ρεύματος. Οι κομμουνιστές εκείνη την εποχή ήταν σαφώς προσανατολισμένοι σε μια πολιτική ξεπεράσματος της «παραδοσιακής αντίθεσης» και της ιδέας ότι το κόμμα έπρεπε να οδηγήσει σε μια κοινωνική ανατροπή.
Η απαγωγή του Μόρο ως η στιγμή της αλήθειας λοιπόν;
Ναι, η κρίση της Δημοκρατίας άρχισε τότε, γιατί οι κομμουνιστές είχαν γίνει πλέον οι στυλοβάτες της καθεστηκυίας τάξης, κάτι που δεν είχε συμβεί ποτέ στο παρελθόν. Ήταν εκείνοι που είχαν καταγγείλει σαφώς τους συντρόφους. Σκέψου ότι στο Τορίνο, ο Τζουλιάνο Φεράρα ως ο εκεί επικεφαλής του κόμματος, μαζί με τον Φασίνο, προωθούσαν τις ανώνυμες καταγγελίες.
Όμως τους ειδικούς νόμους τους έφτιαξε ο Κοσίγκα.
Ο Κοσίγκα ήταν ένας εκτελεστής, σαφώς όχι ένας ωμός εκτελεστής, αλλά σε εκείνη την περίπτωση στην ουσία υλοποίησε τις απαιτήσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος. Κι αυτός ήξερε ότι είχε φτάσει στον πάτο του βαρελιού της νομιμότητας με τους ειδικούς νόμους, σε αντίθεση με τους κομμουνιστές που ψεύδονταν. Θυμάμαι όταν είχε έρθει στον Καναδά και ζήτησε να με δει μέσω μιας καλόγριας που τώρα έχει πεθάνει, της καλόγριας Τερεζίλα. Μιλήσαμε για την αμνηστία. Ήταν παρών και ο Πάτσε. Βλέπεις ότι ο Κοσίγκα ήταν ένας από εκείνους που πίστευαν ότι με την αμνηστία θα έκλειναν οι πιο φρικτές πλευρές εκείνων των χρόνων. Εκείνοι οι νόμοι, το ήξερε, είχαν αλλάξει σε βάθος τα νομικά ήθη της Ιταλίας. Η παρουσία των δικαστών στις πολιτικές υποθέσεις ξεκίνησε τότε. Ο Κοσίγκα ήξερε ότι είχε προκαλέσει ένα βαθύ τραύμα στη ιταλική νομική παράδοση, συνεπώς θεωρούσε την αμνηστία σαν έναν από τους τρόπους για να επουλώσει εκείνο το τραύμα.
Όμως ενώ αναγνώρισε τις Ερυθρές Ταξιαρχίες ως πολιτικό υποκείμενο, μακέλεψε το κίνημα.
Τις αναγνώρισε μετά. Κατά τη διάρκεια εκείνων των ημερών ήταν αδίστακτος. Σκέψου –κι αυτό είναι αποκαλυπτικό της σχιζοφρένειάς του– ότι αρνήθηκε πως οι επιστολές του Μόρο ήταν αυθεντικές. Έλεγε πράγματα που παραδέχθηκε, μιλώντας με μένα, πως ήξερε ήταν ψευδή. Σαφώς υπήρξε μια σημαντική προσωπικότητα αλλά ήταν Σαρδηνός και οι Σαρδηνοί έχουν δύο ψυχές, την υποτελή και την εξεγερμένη. Σκέψου την Ταξιαρχία Σάσαρι που αυτός ήθελε να ανασυστήσει σε όποιο μέρος μιλούσαν σαρδηνικά και στην οποία ο Σαρδηνός πήγαινε να πεθάνει στη θέση του κυρίαρχου. Αυτό που συνέβαινε την εποχή των Σαβοΐα, ο Κοσίγκα το επανέφερε στην επικαιρότητα. Στον Κοσίγκα συνυπήρχαν και τα δύο αυτά στοιχεία. Όταν είχε την ευθύνη της κυβέρνησης και ασκούσε μια άμεση και λειτουργική επιρροή στη χώρα, φερνόταν όπως ένας υποτελής και μάλιστα σαν στρατηγός των υποτελών.
Υποτελής στο κίνημα και μετά εξεγερμένος;
Ακριβώς. Ήταν αδίστακτος και μάλιστα άφηνε να γίνονται διαδηλώσεις γιατί τα πράγματα θα οξύνονταν. Σκέψου το επεισόδιο με τον θάνατο της Τζορτζάνα Μάζι: μια παγίδα. Έπειτα ξαναβρήκε την εξεγερμένη φύση του φτάνοντας μέχρι να τονίζει την καταγωγή του από μια οικογένεια βοσκών, σε αντίθεση με την αριστοκρατική καταγωγή του Μπερλινγκουέρ. Ο Κοσίγκα ήταν μια ακραία περίπτωση και στο τέλος καταλήφθηκε από την ελευθερία των τρελών: να λέει την αλήθεια όντας στα πρόθυρα του θανάτου.
Συνέντευξη στην Ιάια Βαντατζάτο, εφημερίδα «il manifesto», 19 Αυγούστου 2010
Υ.Γ. (του Παναγιώτη Καλαμαρά) Στις 16 Μάρτη 1978 οι Ερυθρές Ταξιαρχίες απήγαγαν στην οδό Φάνι τον Άλντο Μόρο, μια από τις επιφανέστερες μορφές της ιταλικής μεταπολιτικής σκηνής, τον οποίο στη συνέχεια εκτέλεσαν. Μέχρι και σήμερα συνεχίζεται στην Ιταλία η συζήτηση για την υπόθεση αυτή (κυρίως από συνωμοσιολογική οπτική). Δημοσιεύουμε τη συνέντευξη του συντρόφου Πιπέρνο κυρίως για να αναδείξουμε τη στάση του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, μια στάση που μας θύμισε για πολλοστή φορά με αφορμή τις διαδηλώσεις για τα Τέμπη, αυτή του «δικού» μας κομμουνιστικού κόμματος απέναντι σε οποιοδήποτε ανατρεπτικό ρεύμα της υπάρχουσας κατάστασης των πραγμάτων, στο οποίο μάλιστα κόμμα ο Έλληνας ηγέτης της δεξιάς και πρωθυπουργός απένειμε τα εύσημα για την ορθή «αντιπολιτευτική» του συμπεριφορά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου