Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2020

Gigi Roggero - O στρατευμένος χωρίς ιδιότητες


«Είναι μια έννοια μάταιη εκείνη που επιθυμεί να εκπληρώσει το καθήκον της στη θέση που της έχει ανατεθεί· σπαταλούνται τεράστιες δυνάμεις για το τίποτα· το πραγματικό καθήκον είναι να επιλέξει η ίδια τη θέση της και να υποκλιθεί ενσυνείδητα στις περιστάσεις» 

Ρόμπερτ Μούζιλ, Ο άνθρωπος χωρίς ιδιότητες 

0. Ξαναπιάνουμε την ορθή για την εποχή της ανασκόπηση που πρότειναν ο Λανφράνκο Καμινίτι και η Κιάρα Σκαλέτα. Ο συλλογισμός τους ξεκινά από το Σηάτλ το 1999 και την Τζένοβα το 2001, συμβάντα συμβολικά και περιοδικά του κινήματος no global. Εκεί έκλεισε ένας μικρός αλλά σημαντικός για μας κύκλος: αυτός των κοινωνικών κέντρων. Θα λέγαμε, επιπλέον, και ο κύκλος του «Κινήματος», εννοούμενο ως χώρος μιας πολιτικής οργάνωσης που είχε τις ρίζες του στην ισχυρή ανωμαλία του μακρού ιταλικού εξηνταοκτώ. Ανάμεσα στο «Κίνημα» έτσι όπως αυτό αντιπροσωπεύτηκε τη δεκαετία του ’90 από τα κοινωνικά κέντρα και το κίνημα no global, υπήρξε ένα άλμα όχι μόνο χωρικό, αλλά και ως προς την υποκειμενικότητα και τη μορφή των οργανωτικών μορφών. Η γεωγραφία των ομάδων του «Κινήματος», στην καλή και κακή κληρονομιά των χρόνων του ’70, εξαντλήθηκε μπροστά στην εμφάνιση ενός νέου χώρου κινητοποίησης. 

1. Εκείνος ο νέος χώρος κινητοποίησης είχε κάποια χαρακτηριστικά εν δυνάμει ισχυρά και κάποια άλλα σαφώς αδύναμα. Το βασικό του στοιχείο ήταν ότι ανοίχτηκε μέσα και ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση και την ενοποίηση της παγκόσμιας αγοράς, γεννώντας βεβαιότητες και ρητορικές, επαναφέροντας στην ημερησία διάταξη το ζήτημα της κοινωνικής σύγκρουσης. Είναι η περίοδος στην οποία η new economy μπαίνει σε κρίση, ενώ τα θαυμαστά και προοδευτικά είδη της ευελιξίας αρχίζουν να αποκαλύπτουν το πρόσωπο της επισφάλειας στη ζωή και την εργασία. Το πέπλο της παγκόσμιας καπιταλιστικής υπόσχεσης αρχίζει να πέφτει και να ανεβαίνει στη σκηνή ένα παγκόσμιο υποκείμενο, εν δυνάμει ανταγωνιστικό. Αυτό το υποκείμενο είναι πολύμορφο, υλοποιείται από συμβάν σε συμβάν, ασκώντας ακόμη και βία (πιθανώς πολύ λίγη και με έναν τρόπο πολύ απλοϊκό), ενώ κοπιάζει να παγιωθεί και να ριζώσει στην καθημερινότητα των κοινωνικών σχέσεων παραγωγής και αναπαραγωγής. Τέλος πάντων δεν καταφέρνει να γίνει. Παραμένει ένα υποκείμενο ρευστό, για να χρησιμοποιήσουμε την αργκό εκείνης της περιόδου. Σε αυτό αντιστοιχεί μια ρευστή στράτευση. Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, ώστε υποκύπτοντας στην αγγλοσαξωνική μόδα, ο στρατευμένος να αφήσει τη θέση του στον ακτιβιστή. Η διακύβευση της ίδιας της ζωής, μέσω της συλλογικής της επαναστατικοποίησης, δίνει τη θέση της στην καλή συνείδηση, που ενίοτε αξιοποιείται στη συνέχεια από την ανθρωπιστική πέρα από τη θεσμική βιομηχανία. Και εδώ βρίσκεται η συγκεκριμένη αδυναμία της. 

2. Εκεί, λέμε, εξαντλείται ο κύκλος των κοινωνικών κέντρων και του «Κινήματος». Στο ότι δεν το καταλάβαμε, στο ότι το υπέστημεν και δεν αντιδράσαμε σε εκείνη την κρίση, φτάνοντας να κρατάμε τεχνητά στη ζωή ένα πτώμα, στοχεύοντας με επιμονή στη θεραπεία του, βρίσκεται η ρίζα της παρούσας μιζέριας μας. Αντί να στοιχηματίσουμε σε ένα άλμα προς τα μπρος, προτιμήσαμε την ήρεμη διαχείριση της περιθωριακότητας. Άλλωστε, εκείνος ο χώρος κινητοποίησης του κινήματος no global –μιλάμε για την Ιταλία– πίστεψε ότι θα μπορούσε να δράσει με κάποια συνέχεια ως προς τις πρακτικές, τις μορφές, τα τικ και τα κλισέ του εξαντλημένου κύκλου. Το αποτέλεσμα είναι προφανές: η αδυναμία αντιμετώπισης του προβλήματος μιας οργάνωσης που θα στέκεται στο ύψος των δυνατοτήτων και των αδυναμιών που ήδη επισημάναμε. Τα social forum έγιναν σύντομα, θα λέγαμε ήδη από την αρχή τους, μικρά κοινοβούλια μεσολάβησης ανάμεσα στις ομάδες, τις ενώσεις, τα κόμματα. Μια άσχημη καρικατούρα των σοβιέτ. Εξαντλημένου του χώρου κινητοποίησης, σταματημένων των συμβάντων, τελειωμένης της εφήμερης φάσης του «no war», τα καταστήματα του «Κινήματος» πίστεψαν ότι θα μπορούσαν τελικά να συνεχίσουν τον δρόμο τους με τις συνηθισμένες τους δραστηριότητες διαχείρισης του υπάρχοντος. Business as usual.

3. Κάμποσο καιρό μετά, στην Ιταλία, υπήρξε μια άλλη περιοδική κινητοποίηση. Το μακρύ κύμα των υποσχέσεων του παγκόσμιου καπιταλισμού έσκασε ξαφνικά: είναι η εποχή του Κύματος, του «εμείς την κρίση δεν την πληρώνουμε». Στις συνελεύσεις του 2008 πήρε τον λόγο μια νέα γενιά, που έχοντας προειδοποιήσει για την προδοσία των υποσχέσεων, ένιωσε να της κλέβουν το μέλλον και θέλησε να επιδιορθώσει το λάθος. Γι’ αυτό δεν δίστασε να κάνει έκκληση στην αξιοκρατία, μέχρι και στη νομιμότητα και στους δικαστές: αν ξεφορτωθούμε τους διεφθαρμένους θα μπορέσουμε να έχουμε αυτό που μας αναλογεί. Πίσω από αυτές τις συμπεριφορές υπάρχει μια αμφισημία, σαφώς ενοχλητική και εν δυνάμει παραγωγική, που δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε: σίγουρα έχει χαθεί η δομική διάσταση των διαδικασιών και καταφεύγουμε στο αξιοκρατικό, μισητό λεξικό· και, ωστόσο, αυτή η γενιά θα διακρίνει με ευχέρεια τους εχθρούς της και, όταν χρειαστεί, θα αναλάβει δράση εναντίον τους χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα. Κυριαρχεί, εκ μέρους των στρατευμένων, συγγνώμη των ακτιβιστών του «Κινήματος», ένα είδος παιδαγωγικής συμπεριφοράς απέναντι στους φοιτητές, αντί για μια ικανότητα έρευνας. Το αποτέλεσμα είναι μια υπέρθεση των πολιτικών ομάδων σε σχέση με την πραγματική σύνθεση, μια προσπάθεια αντιπροσώπευσής της χωρίς την υλική της κατανόηση. Στην Ιταλία, ο λεγόμενος «λαϊκισμός» –όρος ακατάλληλος για διάφορους λόγους, που δεν είναι της παρούσης να εξετάσουμε– γεννιέται ακριβώς από την ήττα του Κύματος. Στον βαθμό που εκείνα τα συναισθήματα, εκείνες οι αμφίσημες συμπεριφορές δεν οδήγησαν σε διαδικασίες αυτόνομης οργάνωσης, αντιπροσωπεύτηκαν μέσω μιας θεσμικής μορφής, αν και χαοτικά άτυπης και για μια όχι σύντομη περίοδο ανοιχτή σε πολλές κατευθύνσεις. Από τότε, έλεγες Κίνημα και ο κόσμος εννοούσε τους 5 Αστέρες. Εκείνο το άλλο «Κίνημα» συνέχισε να επιβιώνει τεχνητά, προσκολλημένο στους ολοένα και πιο βρώμικους αναπνευστήρες των κοινωνικών κέντρων. 

4. Ο λεγόμενος «λαϊκισμός», έγινε μια τάση σε διεθνές επίπεδο, καλύπτοντας τους κενούς χώρους: την κριτική της παγκοσμιοποίησης, την κρίση της μεσαίας τάξης, την εγκατάλειψη και την περιθωριοποίηση των ανέργων και των κοινωνικών περιφερειών. Και ξεδιπλωνόταν τώρα πια στην κατεύθυνση μιας μυθοποιημένης σύγκρουσης και αντικατάστασης των ελίτ, άλλοτε σε μια κατεύθυνση τεχνοκρατική ι άλλοτε σε μια θεσμική καινοτομία –βλέπε την παραβολή των ιταλικών 5 Αστέρων, αλλά και τους Ποδέμος, που ωστόσο είχαν άλλες ιδεολογικές αναφορές και γεννήθηκαν από τις ισπανικές acampadas. Το ζήτημα δεν είναι να κατηγορήσουμε τους κλέφτες των «λαϊκιστικών» κομμάτων ότι υφάρπαξαν τον μετασχηματισμό προκειμένου να συντηρήσουν το στάτους κβο. Το ζήτημα είναι ότι δεν ήμασταν σε θέση να βρεθούμε ανάμεσα στα κοινωνικά διάκενα που ανοίχτηκαν στην κρίση και να ξεδιπλώσουμε εκείνα τα κομμάτια της σύνθεσης σε μια διαφορετική κατεύθυνση. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι επικράτησε η πλέον πιθανή τάση κι αυτό είναι αλήθεια· το ζήτημα όμως είναι ότι δεν ήταν αυτή η μοναδική δυνατότητα. Ακριβώς εδώ, άλλωστε, στη σύγκρουση ανάμεσα στην πιθανότητα και τη δυνατότητα, υπάρχει ο χώρος της επαναστατικής πολιτικής πρωτοβουλίας. Υπήρχε εκεί η ευκαιρία ώστε η κρίση της στράτευσης να αντιστραφεί, να οδηγήσει σε μια νέα επινόηση. 

5. Τον Γενάρη του 2012 στη Σικελία και μετά στις 9 Δεκέμβρη της επόμενης χρονιάς στο Τορίνο, εμφανίστηκε ένα παράξενο κίνημα, αποτελούμενο από πολύ μικρούς επιχειρηματίες και άνεργους, από μικρο-έμπορους και νέους, από κόσμο που προερχόταν από την ύπαιθρο, από τις πόλεις, από τις περιφέρειες. Ήταν φιγούρες πολύ διαφορετικές μεταξύ τους, αλλά είχαν ως κοινό σημείο ανάμεσά τους το γεγονός ότι είχαν μπουχτίσει να πληρώνουν αυτοί το κόστος της κρίσης αντί για εκείνους που την είχαν προκαλέσει (προφανώς δεν έλειπαν καθόλου οι σκιώδεις ή οι γελοιογραφικές προσωπικότητες, όπως πάντοτε συμβαίνει όταν τα κινήματα είναι πραγματικά). Υπήρχαν αυτοί που ήθελαν να επιστρέψουν στις συνθήκες της σχετικής άνεσης που απολάμβαναν πριν, υπήρχαν και εκείνοι που είχαν τσαντιστεί γιατί δεν είχαν πλέον τη δυνατότητα για εκείνη την άνεση. Μπορεί σε άλλες εποχές οι πρώτοι να είχαν εκμεταλλευτεί τους δεύτερους, όμως τώρα ένιωθαν όλοι ότι βρίσκονταν κατά κάποιον τρόπο στην ίδια πλευρά. Τους αποκάλεσαν «δικράνια», κράτησαν μάλλον λίγο και ήταν το πρώτο κίνημα που εξέφρασε στην Ιταλία την οργή μιας μεσαίας τάξης χτυπημένης και υποβαθμισμένης. Ήταν τσαντισμένη γιατί είχαν βληθεί τα συμφέροντά της, όμως καταλάβαινε επίσης ότι για να ξαναπάρει τα πάνω της είχε ανάγκη να συνευρεθεί με άλλους και να κάνει κάτι το οποίο όταν ήταν τάξη της μεσολάβησης και φραγμός στις ταξικές αντιθέσεις, πληρωνόταν για να αποφύγει: το να αγωνίζεται. Η ιταλική αριστερά, θεσμική και «κινηματική», τους απαξίωσε σαν φασίστες ή σαν αντικειμενικά αντιδραστικούς. Όταν λίγα χρόνια μετά εμφανίστηκε ένα εξίσου παράξενο κίνημα, αυτή τη φορά στη Γαλλία με τα κίτρινα γιλέκα, που άρχισε να καταλαμβάνει τους δρόμους και τις οδικές αρτηρίες για να μην αυξηθεί η τιμή της βενζίνης, οι κρίσεις αντιστράφηκαν και ο καθένας προστάτευσε τη wishful thinking του. Σε απόσταση ασφαλείας από την πιθανότητα μιας έμπρακτης διάψευσης, κάθε ιδεολογική φαντασίωση επιτρέπεται αν και τελικά πάντοτε έρχεται ο λογαριασμός. 

6. Το Occupy αποτέλεσε αναμφισβήτητα έναν σημαντικό κύκλο, για πολλούς λόγους οι οποίοι έχουν επανειλημμένως συζητηθεί και δεν είναι εδώ ο χώρος για να τους επαναλάβουμε –όχι όμως στην Ιταλία: το «Κίνημα» αποκαλύφθηκε για μια ακόμη φορά περίκλειστο (τα διεθνή γυναικεία κινήματα και, σε ένα διαφορετικό επίπεδο, οι περιβαλλοντικές κινητοποιήσεις αξίζουν ιδιαίτερης αναφοράς και εμβάθυνσης, που θα μας άρεσε να γίνουν στην έκταση που το αξίζουν). Έχουμε όμως την εντύπωση και σίγουρα όχι μόνο σήμερα, ότι ήταν ακριβώς εκείνες οι παράξενες κινητοποιήσεις που προδιέγραψαν τα χαρακτηριστικά των κινημάτων που εμφανίστηκαν σε αυτή τη διαρκή κρίση. Θα λέγαμε ότι ήταν τα σινιάλα, τα προεικονιστικά συμπτώματα. Κρίση οικονομικο-χρηματιστική, κρίση κοινωνική, κρίση πανδημική, κρίση πολιτισμική. Κρίση της μεσαίας τάξης, κρίση των υποσχέσεων της προόδου. Κινήματα κάτι παραπάνω από παράξενα: αμφίθυμα, βρώμικα, μπάσταρδα, τρελαμένα, ανοιχτά σε όλες τις κατευθύνσεις. Μας αρέσουν; Δεν μας αρέσουν; Δεν έχει σημασία. Καλωσήρθαν στην έρημο του πραγματικού. Ή θα διακρίνουμε τις πιθανές μειοψηφικές τάσεις ή θα είναι άχρηστο να παραπονούμαστε για την επικράτηση των πλειοψηφικών πιθανοτήτων. Οι προφητείες που αυτεκπληρώνονται, το «εγώ το είχα πει αγαπητοί μου», δεν είναι ίδιον των στρατευμένων. Αν αυτοί υπάρχουν ακόμη. 

7. Φτάνουμε στο σήμερα, σε αυτές τις μέρες, στις εξεγέρσεις «no lockdown». Όχι για να φτιάξουμε το χρονικό τους, αλλά για να ολοκληρώσουμε την ανάλυση. Για μια ακόμα φορά παράξενα κινήματα, που διαφεύγουν των ερμηνευτικών κατηγοριών στις οποίες είμαστε (κρίσιμα πολύ) συνηθισμένοι. «Αρνητές» και «υπεύθυνοι», στους οποίους είναι χωρισμένοι οι follower της δεξιάς και της αριστεράς, υπάρχουν λίγοι ή καθόλου. Ιός ή όχι ιός, κίνδυνος θανάτου ή μεντιακή υπερβολή, στους δρόμους άρχισαν να κατεβαίνουν άτομα που δεν μπορούν πλέον να αντέξουν ένα κλίμα φόβου, που δεν θέλουν να βρεθούν μπροστά στον κυβερνητικό εκβιασμό είτε να πεθάνεις από τον covid είτε από την πείνα, είτε να αρρωστήσεις από βαρύτατη πνευμονία είτε από κατάθλιψη, που πιστεύουν ότι τώρα πραγματικά τους της έφεραν από πίσω και έχουν μπουχτίσει να πληρώνουν το κόστος της κάθε κρίσης, σήμερα της υγειονομικής. Μεσαία στρώματα ήδη υποβαθμισμένα ή που φοβούνται ότι θα υποβαθμιστούν, βρίσκονται δίπλα σε επισφαλείς και άνεργους, που ποτέ δεν γνώρισαν μέλλον ή δεν το θυμούνται πλέον, και κατόπιν νέοι που ενώ τους έχουν πάρει τα πάντα τώρα τους παίρνουν μέχρι και τα μπαρ, το ποδοσφαιράκι και το γήπεδο, ε λοιπόν φτάνει. Αυτή η κοινωνική βαβέλ κατεβαίνει και καίει, κυρίως και όχι τυχαία, το αστεακό και μητροπολιτικό περιβάλλον. Σε μια καθημερινότητα σημαδεμένη από ένα κλίμα και μια γλώσσα θανατηφόρα, η εξέγερση είναι ο μοναδικός τρόπος για να ζήσεις, να ξανααναπνεύσεις. We can’t breath: οι riot στις Ηνωμένες Πολιτείες εμφανώς και σε βάθος χαρακτηριζόμενες από το ζήτημα της φυλής, είναι λοιπόν τόσο ξέχωρες σε σχέση με αυτές τις εντάσεις; 

Βλέπουμε τουλάχιστον τρεις κινδύνους που πρέπει να αποφύγουμε: την αισθητικοποίηση της εξέγερσης, το να τη χαρακτηρίσουμε σαν φασιστική αντί να τη δούμε βάσει των εξαντλημένων συντεταγμένων δεξιά-αριστερά, το να της βάλουμε ταμπέλες ξένες ως προς τη χαοτική της υποκειμενική σύνθεση. Για μια φορά ακόμα, ας προσπαθήσουμε να αλλάξουμε ριζικά ματιά, ας επικεντρωθούμε στην ξεκάθαρη ασυνέχεια των επερχόμενων κινημάτων σε σχέση με αυτό που είχαμε συνηθίσει, ας αποφύγουμε μια λογική συνέχειας που είναι συνώνυμη με την πνευματική τεμπελιά, για την υπεράσπιση ενός κηπάκου τώρα πια ασήμαντου, τον πεισματάρικο δηλαδή αρνητισμό της κρίσης της στράτευσης. Αυτή τη φορά οι ιδεολογικοί και πολιτικοί λογαριασμοί δεν έρχονται και είναι εδώ που μπαίνουν οι νέες δυνατότητες. 

Έχουμε ακόμα χρόνο; Ποιος ξέρει. Σε κάθε περίπτωση, δεν υπάρχουν εναλλακτικές που μπορούμε να δοκιμάσουμε καθ’ ολοκληρίαν. Αφού δεν θέλουμε να λογαριάσουμε και την πιθανότητα να ξαναβρούμε τη στράτευση ανάμεσα στους νεκρούς με –και όχι σίγουρα από– covid. Δεν πρόκειται να πορευθούμε με τα τσιτάτα του Μάο, να προβλέψουμε αν όλα θα πάνε καλά ή αν όλα θα πάνε χάλια. Παραφράζοντάς τον, θα περιοριστούμε να πούμε ότι –είτε μας αρέσει είτε όχι– η σύγχυση κάτω από τον ουρανό βρίσκεται στα πράγματα και όχι στα λόγια που περιγράφουν τα πράγματα. Αν η κατάσταση θα είναι εξαίρετη εξαρτάται από εμάς ή, τουλάχιστον, και από εμάς. Η κατάκτηση του έτους μηδέν δεν σημαίνει ακύρωση της ιστορίας μας. Αντιθέτως, σημαίνει την υποκειμενική απόφαση να την κάνουμε να ξαναξεκινήσει. Ο δικός μας angelus novus έχει παλιά καρδιά και νέα γυαλιά. 

…to be continued…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου