Το 1948 στην Ιταλία δεν υπήρχε το διαζύγιο· ο Μπρούνο Σανγκουϊνέτι, ο πατέρας του Τζανφράνκο ήταν παντρεμένος, αλλά όχι με την πραγματική συντρόφισσά του, την Τερέζα (Κίκι) Ματέι. Ωστόσο περίμεναν να γεννηθεί το πρώτο παιδί της σχέσης τους. Ο Μπρούνο ήταν ένα σημαντικό στέλεχος του Κομμουνιστικού Κόμματος, η Τερέζα ήταν η πιο νέα αντιπρόσωπος στη Συντακτική Συνέλευση, πάντοτε στις γραμμές του Κομμουνιστικού Κόμματος. Εκείνα τα χρόνια μια σταθερή σχέση ανάμεσα σε μια νεαρή γυναίκα και έναν παντρεμένο λεγόταν στη γλώσσα των ποινικολόγων μπλέξιμο, ένα αδίκημα που τιμωρούνταν μέχρι έναν χρόνο εγκλεισμό (εκείνος) και μέχρι δύο χρόνια (εκείνη). Τα παιδιά αυτών των συνευρέσεων ονομάζονταν νόθα, απαγορευόταν η αναγνώρισή τους, όποιος το έκανε αντιμετώπιζε την επιβολή μιας ποινής, κατέληγε στη φυλακή. Για αυτόν τον λόγο το ζευγάρι πήγε να μείνει στη Βουδαπέστη, στην Ουγγαρία του σοβιετικού μπλοκ, πρόθυμη να τους μαζέψει για πολιτικούς λόγους.
Η εγκυμοσύνη προχωρούσε παρά τους ιταλικούς νόμους και τον Ιούλη δεν μπορούσε να περιμένει άλλο. Για να αποφύγουν τα γραφειοκρατικά προβλήματα, εξαιρέθηκαν η Ιταλία και η Ουγγαρία, και η επιλογή έπεσε στην Ελβετία. Νοίκιασαν ένα μικρό αεροσκάφος για να περάσουν το σιδηρούν παραπέτασμα. Όμως οι ουγγρικές αρχές έβαλαν έναν όρο για να επιτρέψουν την απογείωση, οι Σανγκουϊνέτι έπρεπε να πάρουν στον θάλαμο έναν ιδιαίτερο επιβάτη, έναν αποδεδειγμένα τρελό για να τον παραδώσουν στις ελβετικές αρχές. Του είχαν δώσει μια σύριγγα για να τον ηρεμήσουν στην περίπτωση που περνούσε μια κρίση. Το αεροπλάνο έφτασε στη Ζυρίχη χωρίς προβλήματα κατά τη διάρκεια της πτήσης· το παράξενο πλήρωμα εξετάστηκε από τους προσεκτικούς τελωνειακούς της Ομοσπονδίας, αλλά όλα πήγαν καλά. Η Τερέζα, ασυνήθιστα πνευματώδης γυναίκα, μου είπε ότι δήλωσαν κατά την προσγείωση τρεισήμισι τρελοί. Γνωρίζοντάς την είναι πιθανό να το είπε ακριβώς έτσι!
Το ήμισυ ήταν ο Τζανφράνκο Σανγκουϊνέτι· γεννήθηκε στις 16 Ιούλη στη Clinique de Chamblades, στο Πουλύ (Λωζάννη), εν μέσω των ταραχών που συγκλόνιζαν την Ιταλία μετά την απόπειρα εναντίον του Τολιάτι η οποία συνέβη δύο μέρες πριν, στις 14. Κάνα μήνα μετά μεταφέρθηκε λαθραία στην Ιταλία με ένα ουγγρικό διαβατήριο. Στη συνέχεια, ξέρουμε ότι η γραφειοκρατία έχει τις αποτυχίες της, αναγνωρίστηκε χάρη στις σοφές συμβουλές ικανών δικηγόρων. Αυτή η περιπετειώδης γέννηση ήταν η πρώτη πράξη μιας ύπαρξης που κινούνταν, με συνέπεια, πάντοτε έξω από κάθε κανόνα και από κάθε εύλογη πρόβλεψη. Έπειτα ήρθε η Καταστασιακή Διεθνής, η φιλία με τον Γκυ Ντεμπόρ, η απέλαση από τη Γαλλία ως ανατρεπτικού, η δημοσίευση της μεγάλης πλάκας με την υπογραφή Censor, που αποκάλυπτε προκαταβολικά εκείνο που θα ήταν στη συνέχεια ο ιστορικός συμβιβασμός ανάμεσα σε κομμουνιστές και χριστιανοδημοκράτες, υποκρινόμενος ότι κατείχε μεγάλη θέση στα παλάτια της εξουσίας και κάνοντας να τσιμπήσουν όλοι οι ευφυείς δημοσιογράφοι, καθηγητές, κοινωνιολόγοι, που έγραψαν τόνους ανοησίες και έτσι κάλυψαν τη γελοιότητά τους, μέχρι που βγήκε η μπροσούρα Αποδείξεις για την ανυπαρξία του Censor παρουσιασμένες από τον ίδιο τον συγγραφέα. Και μετά τη διάλυση της Καταστασιακής Διεθνούς δεν έπαψε ποτέ να επικρίνει την εξουσία, την κοινωνία του θεάματος. Ο ιστότοπος Effimera έχει δημοσιεύσει κάποιες από τις παρεμβάσεις του, για τον πόλεμο στην Ουκρανία και για την αυξανόμενη επιβεβαίωση ενός νέου δεσποτισμού. Τα γραπτά του ήταν σπάνια, μελετημένα σε κάθε τους λεπτομέρεια, ουδέποτε κοινότοπα. Το προσωπικό του αρχείο υπάρχει, χάρη στη μεγάλη δουλειά του φίλου του Κέβιν Ρεπ, στην Beinecke Library, στο πανεπιστήμιου του Γέιλ. Είναι προσβάσιμο: σε εκείνα τα χαρτιά (φωτογραφίες, βιβλία, χειρόγραφα) υπάρχει η ιστορία του, η ζωή του.
Σε αυτά τα πενήντα χρόνια φιλίας, ξεκινούσαμε μαλώνοντας, μετά ακολουθούσαν συμφωνίες και ασυμφωνίες, όμως πάντοτε καταλήγαμε να σφίγγουμε περισσότερο τον δεσμό μας. Κάποτε μου είπε (παραθέτοντας τον Μονταίν) ότι ήταν φίλος μου επειδή αυτός ήταν αυτός και εγώ ήμουν εγώ. Θα μου λείψει και μάλιστα μου λείπει ήδη. Έφυγε τη νύχτα, σε ένα νοσοκομείο της Πράγας, την πόλη που είχε επιλέξει να ζει αφήνοντας το Μιλάνο, περίεργος για το πώς οι κοινότητες που αναδείχθηκαν κατά τη διάρκεια της βασιλείας του υπαρκτού σοσιαλισμού θα συμπεριφέρονταν μετά την πτώση του Τείχους. Μακάρι να κοιμόταν, έτσι ώστε να μην έδωσε στην αρρώστια την ικανοποίηση ότι τον νίκησε. Από την άλλη μεριά το ξέρουμε: αυτό που έμεινε και θα μείνει από τους καταστασιακούς είναι ένας συνεκτικός εξτρεμισμός.
Υ.Γ. Στις 5 Οκτώβρη στον ιταλικό κινηματικό ιστότοπο Effimera ο Τζάνι Τζοβανέλι αποχαιρέτισε τον φίλο του Τζανφράνκο Σανγκουϊνέτι, πασίγνωστο και στους ελληνικούς κινηματικούς κύκλους και μάλιστα, στις αρχές της δεκαετίας του ’80 κυρίως, πολύ επιδραστικό. Αυτό το βροχερό απόγευμα, εδώ στη μητρόπολη Αθήνα, αποχαιρετούμε κι εμείς μια ακόμη φιγούρα που μας συνόδεψε στην κινηματική μας νιότη αλλά και στη συνέχεια στη φάση της ωριμότητάς μας (μάλλον ηλικιακής παρά ψυχολογικής). Καθώς σιγά-σιγά φεύγουν από τη ζωή τέτοιες φιγούρες κι εγώ, όπως έγραψα και σε μια άλλη περίπτωση, αισθάνομαι πλέον μια παράξενη ορφάνια που πάει πέρα από την απώλεια των φυσικών γονέων, θα ήθελα να θυμίσω σε όλους και όλους μας ότι ο εξτρεμισμός δεν είναι μόνο προϊόν λογικής αλλά κυρίως έκφραση οργής και επειδή όπως λένε και στην πατρίδα του Σανγκουϊνέτι, «οι λύκοι όταν γεράσουν βάζουν νόμους», εμείς θα συνεχίσουμε να μη βάζουμε, να πηγαίνουμε against all odds που λένε οι Αγγλοσάξονες, ακόμη και αν ξέρουμε πως θα το πληρώσουμε ακριβά (και τελικά, πάντοτε το πληρώνουμε). Και αυτό ισχύει για όλες τις πλευρές της ζωής μας, τις επαγγελματικές, τις πολιτικές, τις φιλικές και, μπορεί και περισσότερο από τις άλλες, τις ερωτικές. Γιατί ο εξτρεμισμός είναι το δίδυμο αδελφάκι του έρωτα, δηλαδή της ζωής ενάντια στον θάνατο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου