«… Επομένως, αναμφίβολα πρέπει να αντισταθούμε. Αλλά η λέξη αντίσταση, όπως γνωρίζετε, είναι μια λέξη διφορούμενη, διότι μπορεί κάλλιστα να υποδηλώνει την επιθυμία ανάκτησης παλαιότερων προνομίων, αποκατάστασης αλλοτινών ισορροπιών και συμβιβασμών. Είναι γεγονός ότι, όταν υπάρχει κάτι που θεωρούμε πολύτιμο, που ο λαός θεωρεί πολύτιμο, οφείλει να το προασπίσει. Όμως το πρόβλημα με το οποίο μας φέρνουν αντιμέτωπους οι αυτοκρατορικές πρακτικές της ζωνοποίησης είναι ότι οι γνώριμες μορφές δράσης –διαδηλώσεις, διαμαρτυρίες, συλλογές υπογραφών, συνελεύσεις και εν τέλει ακόμα και η εκλογή κομμάτων της «αριστεράς»– ανήκουν οριστικά σε μια προηγούμενη αυτοκρατορική εποχή. Είναι λοιπόν αναγκαίο να εξετάσουμε από πολύ κοντά τις πραγματικές πολιτικές διαδικασίες που παράγουν κάτι νέο, όσο περιορισμένες και αν είναι αρχικά αυτές, και ειδικότερα, αν υπάρχουν, τις νέες μορφές οργάνωσης που θα είναι βιώσιμες, σταθερές, ικανές να ενώσουν μακροπρόθεσμα τις ευρείς λαϊκές μάζες. Ο στόχος είναι να καταλάβουμε τι καινούριο οφείλουμε να παραγάγουμε από τη μεριά μας, στον πολιτικό χώρο όπου μας καλούν οι πρωτοβουλίες της ολιγαρχίας που έχουμε απέναντί μας, οι οποίες μάλιστα είναι πολύ πιο προχωρημένες από τις δικές μας. Να τονίσουμε σε αυτό το σημείο πως δεν μπορούμε να στηρίξουμε την οποιαδήποτε ελπίδα μας στον προηγούμενο πολιτικό καταμερισμό. Είδαμε επί το έργο, στη δεδομένη συγκυρία, άτομα που επικαλούνταν τη σοσιαλδημοκρατική κληρονομιά, τον Θαπατέρο στην Ισπανία ή τον Παπανδρέου στην Ελλάδα, και ξέρουμε για τι πράγματα είναι ικανοί. Στη Γαλλία επίσης, ας μην έχουμε καμία αυταπάτη για το τι θα συμβεί».■