Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2015
Μπουρλότο και Φωτιά - Geronimo
Τζερόνιμο είναι το ψευδώνυμο ιστορικού στελέχους της γερμανικής αυτονομίας και το Μπουρλότο και Φωτιά είναι ένα βιβλίο, που όπως λέει και ο υπότιτλός του, ασχολείται με την ιστορία των γερμανών αυτόνομων από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 μέχρι αυτή του ’90. Σπόντις, καταλήψεις στέγης, αντιπυρηνικός αγώνας, ένοπλη πάλη, γυναικείο ζήτημα, αντιφασισμός, αυτά και άλλα πολλά είναι τα θέματα της ιστορικής (και όχι μόνο) ανασκόπησης μιας πολύτιμης και μοναδικής εμπειρίας του ευρωπαϊκού μεταπολεμικού ανταγωνιστικού κινήματος, που φτάνει μέχρι τις μέρες μας.
Η γερμανική αυτονομία συνιστά μια διακριτή πολιτικο-κοινωνική τάση των δυτικών μητροπόλεων, η οποία επηρέασε κα επηρεάζει κινήματα και πέραν των γερμανικών συνόρων (το έχουμε δει αυτό και στην Ελλάδα). Η σχέση με τη βία (των ένοπλων ομάδων αλλά και των μαζικών συγκρούσεων στο δρόμο), η αυτοαξιοποίηση, η οργάνωση της καθημερινότητας, οι πολιτικές έριδες, οι ελπίδες και οι απογοητεύσεις, με τον γλαφυρό τρόπο που τα περιγράφει ο Τζερόνιμο, μπορούν να οδηγήσουν σε χρήσιμα συμπεράσματα τον προσεκτικό αναγνώστη και αναγνώστρια. Η γνώση της ιστορίας αποτελούσε και αποτελεί πάντοτε ένα πολύτιμο εργαλείο για όσους και όσες επιθυμούν να περπατούν στους δύσκολους δρόμους της έμπρακτης κριτικής αμφισβήτησης της κρατούσας τάξης πραγμάτων. Ελπίζουμε η ανανεωμένη έκδοση του Μπουρλότο και Φωτιά να συμβάλλει σε αυτή την κατεύθυνση.
Το βαρόμετρο δείχνει καταιγίδα - David Bernardini
«… Ολοκληρώνοντας τον σύντομο πρόλογό μου σε αυτό το δοκίμιο του Μπερναρντίνι, θα ήθελα να επαναλάβω την κοινή μας άποψη ότι η ιστορία δεν αποτελείται μόνο από θύματα και δήμιους, αλλά και από ιδεώδη, αξίες, προτάγματα, για τα οποία οι άνθρωποι μάχονται. Η ιστορία πρέπει να βγει από τα τείχη των πνευματικών και φυσικών περιορισμών της ακαδημίας, πρέπει να βρει τη δύναμη να μιλήσει για τους αγωνιστές, τους ακτιβιστές που προσπάθησαν να καθορίσουν οι ίδιοι το μέλλον τους. Η ιστορία δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι μόνο εκείνη των νικητών, η ιστορία μας είναι εκείνη των Μαύρων Μονάδων, των Arditi del Popolo και τόσων άλλων μικρότερων ή μεγαλύτερων ομάδων που στη διάρκεια του 20ου αιώνα μας δίδαξαν με τη δράση τους ότι ακόμη και σε πολύ δύσκολες συνθήκες είναι δυνατό να επιλέγεις να μην αναθέτεις σε κανέναν το φαντασιακό και την οικοδόμηση ενός καλύτερου μέλλοντος»
Andrea Staid
Andrea Staid
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης στο Μιλάνο
Στις 6 Νοέμβρη 1983, το Κέντρο Ελευθεριακών Μελετών «Giuseppe Pinelli» στο Μιλάνο, διοργάνωσε ένα σεμινάριο στην έδρα του, που τότε βρισκόταν στη λεωφόρο Μόντσα 255, με τον Κορνήλιο Καστοριάδη. Αυτό που δημοσιεύουμε εδώ είναι η μετεγγραφή ενός εκτεταμένου αποσπάσματος από την έντονη συζήτηση που ακολούθησε τη δημόσια παρέμβαση σχετικά με το κοινωνικό φαντασιακό που είχε κάνει ο Καστοριάδης την προηγούμενη ημέρα.
Όπως λένε και οι επιμελητές του Bolletino νο 48, Φλεβάρης 2014, του Κέντρου Ελευθεριακού Μελετών στο οποίο δημοσιεύθηκε η συζήτηση, μετά από τριάντα τόσα χρόνια δεν είναι δυνατόν να ταυτοποιηθούν πλέον τα άτομα που έκαναν τις ερωτήσεις ή εξέφρασαν τη γνώμη τους (και καθώς η καταγραφή δεν ήταν και πολύ επαγγελματική, υπάρχουν κάποια κενά σε αγκύλες, που επιτρέπουν να λειτουργήσει η γόνιμη φαντασία των αναγνωστών και των αναγνωστριών για το τι θα μπορούσε να έχει ειπωθεί). Εκτός από τον Εντουάρντο Κολόμπο, ο οποίος επίσης ήταν προσκεκλημένος στο σεμινάριο και του οποίου η ταυτοποίηση είναι βέβαιη. Γι’ αυτό άλλωστε στην παρούσα έκδοση αποφασίσαμε κι εμείς να βάλουμε σαν επίμετρο ένα απόσπασμα από μια ευρύτερη συνέντευξη του Κολόμπο, όπου μιλάει ακριβώς για την προσωπική και θεωρητική του σχέση με τον Καστοριάδη. Συμπεριλάβαμε επιπλέον μια συνέντευξη του ριζοσπάστη διανοητή με τον Λουτσιάνο Λάντσα όταν είχε επισκεφθεί και πάλι το Μιλάνο έναν χρόνο πριν, όπως και δύο ενδιαφέροντα κείμενα τόσο του Λάντσα όσο και του «Νίκο» Μπέρτι, που αποτυπώνουν τη σχέση του Καστοριάδη με την ιταλική (και όχι μόνο) αναρχική σκέψη και πρακτική.
Ουτοπίες και ετεροτοπίες - Michel Foucault
«…Το πλοίο είναι η κατ’ εξοχήν ετεροτοπία. Οι πολιτισμοί χωρίς πλοία είναι όπως τα παιδιά που οι γονείς τους δεν έχουν ένα συζυγικό κρεβάτι για να παίξουν. Τότε τα όνειρά τους μαραίνονται, η κατασκοπεία αντικαθιστά την περιπέτεια και η αθλιότητα της αστυνομίας παίρνει τη θέση της απόλυτης ομορφιάς των κουρσάρων…».
ομορφιάς των κουρσάρων…». Έτσι κλείνει ο Μισέλ Φουκώ την πρώτη από τις δύο ραδιοφωνικές διαλέξεις που έδωσε στις 7 και 21 Δεκέμβρη 1966, στο πλαίσιο ενός προγράμματος αφιερωμένου στην ουτοπία και τη λογοτεχνία με παρουσιαστή τον Robert Valette, όπου μιλά για ένα από τα πιο αγαπημένα του θέματα, την ετεροτοπία. Μεταφέρουμε εδώ μια μεταγενέστερη εκδοχή αυτής της πρώτης διάλεξης με τίτλο «Des espaces autres», η οποία δόθηκε στο Κέντρο Αρχιτεκτονικών Σπουδών στις 14 Μάρτη 1967 και παρέμεινε ανέκδοτη μέχρι το 1984, οπότε δημοσιεύθηκε τον Οκτώβρη του 1984 στο 5ο τεύχος του περιοδικού «Architecture, Mouvement, Continuité». Η δεύτερη διάλεξη αφορά ένα επίσης πολυαγαπημένο θέμα του Φουκώ, το σώμα, όπου διαβάζουμε χαρακτηριστικά: «Ο έρωτας, όπως ο καθρέφτης και ο θάνατος, κατευνάζει την ουτοπία του σώματός σας, το κάνει να σιωπά, το ησυχάζει, το φυλακίζει λες σε ένα κουτί, το κλείνει και το σφραγίζει. Είναι γι’ αυτό που η αγάπη συγγενεύει τόσο άμεσα με την ψευδαίσθηση του καθρέφτη και την απειλή του θανάτου˙ και αν, παρά αυτές τις δύο επικίνδυνες μορφές που το περιβάλλουν, μας αρέσει τόσο να κάνουμε έρωτα, είναι γιατί στον έρωτα το σώμα βρίσκεται εδώ».
Για τον καπιταλισμό και την επιθυμία - Gilles Deleuze-Felix Guattari
Δημοσιεύουμε εδώ μια συνέντευξη των Ντελέζ-Γκουαταρί, από τις πολλές που ακολούθησαν την έκδοση του βιβλίου τους Ο Αντι-Οιδίπους, που βγήκε για πρώτη φορά στη Γαλλία το 1972, προκάλεσε μια πολύ έντονη συζήτηση, η οποία επεκτάθηκε και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες που κυκλοφόρησε αργότερα. Όπως στο βιβλίο τους, έτσι και στην παρούσα συνέντευξη οι συγγραφείς δεν περιορίζονται σε μια κριτική στην ψυχανάλυση, τον φροϋδο-μαρξισμό, τον λακανισμό και κάποιες άλλες τάσεις της αντιψυχιατρικής, αλλά προχωρούν και σε μια άκρως πρωτότυπη ανάλυση και κριτική στον καπιταλισμό, όπως και στους τρόπους εναντίωσης σε αυτόν, με αποτέλεσμα οι σκέψεις τους να ακούγονται άκρως επίκαιρες, ακόμη και τόσα χρόνια μετά. Τη συνέντευξη συνοδεύει και μια κουβέντα των Ντελέζ-Γκουαταρί με τον οξυδερκή γάλλο εθνολόγο Πιερ Κλαστρ, απόσπασμα από μια ευρύτερη συζήτηση με γάλλους διανοουμένους σχετικά με το έργο των δύο φιλοσόφων.
Η εργατολατρεία - Camillo Berneri
Σε αυτή τη μικρή μπροσούρα, ο Κάμιλο Μπερνέρι, ιστορική μορφή του ιταλικού αναρχισμού στον μεσοπόλεμο, που δολοφονήθηκε από τους σταλινικούς στην εξεγερμένη Βαρκελώνη το 1937, καταπιάνεται με ένα κρίσιμο ζήτημα στη θεωρία και την πρακτική του αναρχικού κινήματος:
έχει την πρωτοκαθεδρία η εργατική τάξη (ή το προλεταριάτο) στην επίτευξη της ριζικής κοινωνικής αλλαγής, είναι η πάλη των τάξεων ο κινητήριος μοχλός της ιστορίας, υπάρχει η λεγόμενη «προλεταριακή ψυχή», που διακρίνει τους εργάτες-εκμεταλλευόμενους από όλους τους άλλους ανθρώπους και τους καθιστά, με μια θρησκευτική διάσταση, τους «εκλεκτούς» στη διαδικασία πραγμάτωσης της ισοελευθερίας; Την τουλάχιστον κριτική και επιφυλακτική απάντηση του Μπερνέρι, έρχεται να ενισχύσει μια άλλη τεράστια φιγούρα του ιταλικού (και όχι μόνο) αναρχικού κινήματος, ο Ερρίκο Μαλατέστα, που σε ένα εμβληματικό κείμενο του 1920 εκφράζει για μια ακόμη φορά τις αντιρρήσεις του για τον επαναστατικό χαρακτήρα του οργανωμένου εργατικού κινήματος, χωρίς βεβαίως να υποτιμά τη συμβολή του στον αγώνα για τη συνολική χειραφέτηση των εκμεταλλευομένων. Τέλος, υπάρχει και το κείμενο ενός σύγχρονου ιταλού αναρχικού θεωρητικού, του Τζιαμπιέτρο «Νίκο» Μπέρτι, που δίνει την ιστορική διάσταση του προβληματισμού για τη σχέση οικονομικών και πολιτικών αγώνων, αναδεικνύοντας τόσο τις θέσεις των ιταλών «εργατιστών» του 19ου αιώνα όσο και τις αντίστοιχες αναρχικές εκείνης της περιόδου.
Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2015
Για μια κριτική της βίας - Walter Benjamin
Το 1921 και σε μια Γερμανία που μόλις έχει λήξει η επανάσταση των συμβουλίων, ο Βάλτερ Μπένγιαμιν ασχολείται με το πάντοτε φλέγον ζήτημα της βίας και διερωτάται κατά πόσο είναι δυνατή μια διάκρισή της σε βία που υποτάσσει και σε βία που απελευθερώνει.
Πρόκειται για ένα «αγαπημένο» και τότε (όπως και σήμερα) άκρως επίκαιρο θέμα συζήτησης των αναρχικών ιδεών και πρακτικών και θα πρέπει να επισημανθεί ότι εκείνη την περίοδο της ζωής του ο Μπένγιαμιν δήλωνε αναρχικός (κάτι τέτοιο φαίνεται άλλωστε και από τα γραπτά του, από τις επαφές και τις γενικότερες ενασχολήσεις του). Προλεταριακή γενική απεργία, λοιπόν, εναντίον πολιτικής γενικής απεργίας, μυθική βία εναντίον θεϊκής βίας, δυνατότητα μη βίαιης επίλυσης των διαφορών, κατάσταση εξαίρεσης και να που σήμερα οι σκέψεις του Μπένγιαμιν συνεχίζουν να είναι επίκαιρες. Αυτό άλλωστε φαίνεται και από την παράθεση των εισηγήσεων σχετικά με το κείμενο του Μπένγιαμιν σε μια ημερίδα που έγινε το 2011 στο ιστορικό κατειλημμένο κοινωνικό κέντρο του Μιλάνου Cox 18, αλλά και από ένα μικρό σχόλιο του ίδιου Μπένγιαμιν σχετικά με το ζήτημα της χρήσης βίας (ανέκδοτο στην εποχή του). Έτσι προχωράμε σε μια ακόμη έκδοση του κειμένου του Μπένγιαμιν, ελπίζοντας ότι ο παρών τόμος θα συνεισφέρει γόνιμα σε προσωπικές και συλλογικές διερωτήσεις.■
Για την εθνοκτονία - Pierre Clastres
«Αν ο όρος γενοκτονία αναφέρεται στην ιδέα της «φυλής» και στην πρόθεση εξολόθρευσης μιας φυλετικής μειονότητας, η εθνοκτονία σηματοδοτεί όχι τη φυσική καταστροφή των ανθρώπων (οπότε, σε αυτή την περίπτωση, παραμένουμε σε μια γενοκτονική συνθήκη) αλλά την καταστροφή της κουλτούρας τους.
Η εθνοκτονία είναι τότε η συστηματική καταστροφή των τρόπων ζωής και σκέψης ανθρώπων διαφορετικών από εκείνους που ηγούνται αυτής της διαδικασίας καταστροφής. Συμπερασματικά, η γενοκτονία δολοφονεί ανθρώπους σωμα-τικά, ενώ η εθνοκτονία τους σκοτώνει πνευματικά. Σε κάθε περίπτωση υπάρχει το ζήτημα του θανάτου, αλλά πρόκειται για ένα διαφορετικό θάνατο: η φυσική και άμεση εξολόθρευ-ση δεν είναι το ίδιο με την καταπίεση μιας κουλτούρας , τα αποτελέσματα της οποίας εξαρτώνται από την ικανότητα αντίστασης της καταπιεζόμενης μειονότητας. Το ζήτημα εδώ δεν είναι να διαλέξουμε το λιγότερο κακό: η απάντηση είναι αρκούντως προφανής, η λιγότερη βαρβαρότητα είναι προτιμότερη από τη μεγαλύτερη. Αυτού λεχθέντος, είναι η πραγματική σημασία της εθνοκτονίας αυτό για το οποίο θα συζητήσουμε εδώ».■
Πώς ο ναζισμός εκμηδένισε την ταξική συνείδηση - Gunter Anders
Παρουσιάζουμε εδώ δύο εξαιρετικά κείμενα του γερμανού φιλόσοφου Γκούντερ Άντερς, γραμμένα λίγες μέρες μετά την άνοδο των ναζί στην εξουσία και τη διαφυγή του στο Παρίσι, το 1933. Στο πρώτο από αυτά ο Άντερς υποστηρίζει ότι οι ναζί κατάφεραν, με ένα πολύ καλά αρχιτεκτονημένο σχέδιο, να εκμηδενίσουν σχεδόν κάθε ίχνος ταξικής συνείδησης.
Αυτό το έκαναν, εκτός των άλλων, προσφέροντας μια ομάδα ανθρώπων, τους εβραίους, σαν «θυσιαστικά θύματα» σε εκατομμύρια άνεργους προλετάριους και προλεταριοποιημένους μικροαστούς. Σε σχέση με τους εβραίους, οι προλετάριοι μπορούσαν αφενός να αισθάνονται ανώτεροι και αφετέρου είχαν κάποιους για να κατευθύνουν το μίσος τους. Με άλλα λόγια, κολλώντας στην προλεταριακή τάξη την ετικέτα των άριων, την οποία αρνούνταν στους εβραίους, τους έκαναν σχεδόν ευγενείς. Γι’ αυτόν τον λόγο ο αντισημιτισμός του Χίτλερ δεν είναι απλώς ένα από τα χαρακτηριστικά του εθνικοσοσιαλισμού, αλλά το μέσον για να κερδηθεί η μάχη εναντίον της ταξικής συνείδησης. Στο δεύτερο κείμενο ο Άντερς ο άνεργος, που ορθά ο συγγραφέας αντελήφθη σαν κεντρική φιγούρα της εποχής μας, είναι ένας άνθρωπος «χωρίς κόσμο» και συνεπώς δεν υπάρχει. Έτσι, η ανεργία δεν εξετάζεται σαν ένα απλώς οικονομικό φαινόμενο, αλλά και σαν μια διαδικασία που κόβει τους δεσμούς του ανθρώπου με τον δομημένο κόσμο. Ο άνεργος γίνεται μια «γυμνή ζωή», κι έτσι είναι έτοιμος να ενταχθεί στη μάζα που αποδέχεται τις πολιτικές και τις πρακτικές της ολοκληρωτικής παράνοιας.■ Η έκδοση
Αυτό το έκαναν, εκτός των άλλων, προσφέροντας μια ομάδα ανθρώπων, τους εβραίους, σαν «θυσιαστικά θύματα» σε εκατομμύρια άνεργους προλετάριους και προλεταριοποιημένους μικροαστούς. Σε σχέση με τους εβραίους, οι προλετάριοι μπορούσαν αφενός να αισθάνονται ανώτεροι και αφετέρου είχαν κάποιους για να κατευθύνουν το μίσος τους. Με άλλα λόγια, κολλώντας στην προλεταριακή τάξη την ετικέτα των άριων, την οποία αρνούνταν στους εβραίους, τους έκαναν σχεδόν ευγενείς. Γι’ αυτόν τον λόγο ο αντισημιτισμός του Χίτλερ δεν είναι απλώς ένα από τα χαρακτηριστικά του εθνικοσοσιαλισμού, αλλά το μέσον για να κερδηθεί η μάχη εναντίον της ταξικής συνείδησης. Στο δεύτερο κείμενο ο Άντερς ο άνεργος, που ορθά ο συγγραφέας αντελήφθη σαν κεντρική φιγούρα της εποχής μας, είναι ένας άνθρωπος «χωρίς κόσμο» και συνεπώς δεν υπάρχει. Έτσι, η ανεργία δεν εξετάζεται σαν ένα απλώς οικονομικό φαινόμενο, αλλά και σαν μια διαδικασία που κόβει τους δεσμούς του ανθρώπου με τον δομημένο κόσμο. Ο άνεργος γίνεται μια «γυμνή ζωή», κι έτσι είναι έτοιμος να ενταχθεί στη μάζα που αποδέχεται τις πολιτικές και τις πρακτικές της ολοκληρωτικής παράνοιας.■ Η έκδοση
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)